Ερευνητές από το Ινστιτούτο Περιβαλλοντικής Ιατρικής στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα της Στοκχόλμης στη Σουηδία θέλησαν να διερευνήσουν αν υπάρχει πράγματι σχέση μεταξύ νατρίου και κινδύνου εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2 ή λανθάνοντος αυτοάνοσου διαβήτη των ενηλίκων*.
Οι επιστήμονες ανέλυσαν στοιχεία από σουηδική πληθυσμιακή μελέτη για τους παράγοντες κινδύνου εμφάνισης των δύο μορφών διαβήτη και συνέκριναν 355 και 1.136 περιπτώσεις, για την καθεμιά αντίστοιχα, με ίδια ομάδα 1.379 ατόμων από τον γενικό πληθυσμό.
Η διατροφή καταγράφηκε μέσω ερωτηματολογίων που συμπλήρωσαν τα άτομα, ενώ υπολογίστηκαν και οι θερμίδες, τα θρεπτικά συστατικά και το νάτριο που περιείχαν τα διαιτολόγια. Επίσης ελήφθη υπόψη η γενετική επιρροή του κινδύνου αυτοάνοσου διαβήτη με τους ασθενείς να χωρίζονται σε ομάδες υψηλού κινδύνου ή άλλου ανάλογα με τον γονοτυπό τους.
Ακόμα, συνεκτιμήθηκαν άλλοι παράγοντες κινδύνου, όπως η ηλικία, το φύλο, ο Δείκτης Μάζας Σώματος, το κάπνισμα, η σωματική δραστηριότητα, το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη, το αλκοόλ, η συνολική ενέργεια και η πρόσληψη καλίου.
Η έρευνα παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD) στη Λισσαβόνα. Από την ανάλυση των στοιχείων διαπιστώθηκε ότι η κατανάλωση νατρίου σχετιζόταν με, κατά μέσο όρο, 65% αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2 για κάθε επιπλέον γραμμάριο αλατιού που κατανάλωναν οι εθελοντές, ημερησίως. Όταν χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες ανάλογα με την κατανάλωση νατρίου (κάτω από 2,3 γραμ., 2,3-2,9 γραμ. και πάνω από 2,9 γραμ.) η ομάδα με την υψηλότερη πρόσληψη είχε 72% μεγαλύτερο κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη συγκριτικά με την ομάδα που είχε τη μικρότερη πρόσληψη.
Η επίπτωση της καταναλώμενης ποσότητας νατρίου στον κίνδυνο εκδήλωσης λανθάνοντος αυτοάνοσου διαβήτη των ενηλίκων ήταν ακόμα μεγαλύτερη, με 82% αύξηση για κάθε γραμμάρια που έτρωγαν επιπλέον, καθημερινά. Τα άτομα με τον υψηλού κινδύνου γονότυπο που επίσης είχαν μεγάλη κατανάλωση αλατιού (2,9 γραμ./ημέρα) είχαν σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν τη νόσο, συγκριτικά με εκείνους που έτρωγαν τη μικρότερη ποσότητα νατρίου (κάτω από 2,3 γραμ./ημέρα).
«Επιβεβαιώσαμε τη σχέση νατρίου και διαβήτη τύπου 2 και ότι η υψηλή πρόσληψη νατρίου μπορεί να είναι παράγοντας κινδύνου για λανθάνοντα αυτοάνοσο διαβήτη των ενηλίκων, ειδικά στους φορείς του υψηλού κινδύνου γονότυπου. Αυτά τα στοιχεία μπορεί να έχουν σημαντική συμβολή στην πρωτοπαθή πρόληψη του διαβήτη στους ενήλικες», υπογράμμισαν οι ερευνητές κατά την παρουσίαση της μελέτης.
Παλαιότερη μελέτη είχε δείξει ότι η κατανάλωση αλατιού μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2, ίσως μέσω της άμεσης επίδρασης που έχει στην αντίσταση ινσουλίνης ή/και προάγοντας την αύξηση της αρτηριακής πίεσης του αίματος και του σωματικού βάρους.
* Ο λανθάνων αυτοάνοσος διαβήτης των ενηλίκων είναι μια μορφή διαβήτη τύπου 1, όπου τα ινσουλινοπαραγωγά κύτταρα του παγκρέατος καταστρέφονται από το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου, αλλά εν αντιθέσει με τον διαβήτη τύπου 1, η νόσος εκδηλώνεται με πολύ αργό ρυθμό και μερικές φορές μπορεί να χρειαστούν χρόνια για να εμφανίσει συμπτώματα ο ασθενής. Έτσι, συνδυαστικά με την όψιμη εκδήλωση του στην ενήλικη ζωή, πολλές φορές λανθασμένα κάνει τους γιατρούς να τον θεωρούν ως διαβήτη τύπου 2.
Πηγή healthview.gr