Νεαρές γυναίκες με διαβήτη ρισκάρουν τη ζωή τους για να μην παχύνουν

Νεαρές γυναίκες με τύπου 1 διαβήτη ρισκάρουν την υγεία και τη ζωή τους παραλείποντας δόσεις της ζωτικής για την επιβίωσή τους ινσουλίνης προκειμένου να αποφύγουν την αύξηση του σωματικού βάρους, αναφέρουν βρετανοί ειδικοί.

Η αύξηση αυτή παρατηρείται κυρίως σε νεοδιαγνωσμένες ασθενείς, ηλικίας 15 έως 30 ετών, οι οποίες είχαν χάσει αρκετά κιλά πριν διαγνωστεί η ασθένειά τους και βλέπουν τη ζυγαριά τους να ανεβαίνει μόλις αρχίζουν τις ενέσεις ινσουλίνης.

Σε μια προσπάθεια να ανακόψουν την αύξηση αυτή, πολλές από αυτές ελαττώνουν τις ενέσεις που κάνουν, αφήνοντας το σάκχαρό τους ανεξέλεγκτο – γεγονός που έχει ολέθριες συνέπειες για τον οργανισμό τους.

Άλλες πάλι περιορίζουν δραστικά τις ποσότητες του φαγητού που καταναλώνουν, ούτως ώστε να μην χρειαστούν ινσουλίνη – μία τακτική που ανοίγει το δρόμο για εκδήλωση άλλων διατροφικών διαταραχών, κυρίως νευρογενούς ανορεξίας.

Δίχως φαγητό, όμως, είναι ορατός ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας, οπότε ο εγκέφαλος στέλνει επείγον μήνυμα στο σώμα ότι πρέπει να καταναλωθούν σάκχαρα το συντομότερο δυνατόν – και αυτό, μπορεί με τον καιρό να γίνει προβληματικό και να οδηγήσει σε φαύλους κύκλους υπερκατανάλωσης φαγητού-εμέτων που χαρακτηρίζουν την βουλιμία.

Οι συμπεριφορές αυτές αποτελούν την διατροφική διαταραχή των τύπου 1 διαβητικών – ή αλλιώς την διαβουλιμία (προκύπτει από την σύντμηση των όρων «διαβήτης» και«βουλιμία», που είναι η γνωστή διατροφική διαταραχή).

«Η απώλεια βάρους αποτελεί ένα από τα συμπτώματα του αδιάγνωστου τύπου 1 διαβήτη, αλλά όταν ένας ασθενής αρχίζει την ινσουλίνη συχνά ανακτά το χαμένο βάρος – και αυτό δύσκολα μπορούν να αποδεχθούν πολλές νέες γυναίκες», λέει η κυρία Κάθυ Μούλτον, κλινική σύμβουλος στο DiabetesUK, έναν από τους εγκυρότερους διαβητολογικούς οργανισμούς του κόσμου.

Το πρόβλημα της διαβουλιμίας έχει γίνει τόσο εκτεταμένο, ώστε ο βρετανικός οργανισμός Diabetics with Eating Disorders (Διαβητικοί με Διατροφικές Διαταραχές – DWED) ζητά να αναγνωρισθεί επισήμως ως διατροφική διαταραχή, όπως έχει συμβεί εδώ και δεκαετίες με την νευρογενή ανορεξία και βουλιμία.

Από την πλευρά της, η αμερικανική ομάδα υποστήριξης πασχόντων από διαβουλιμία Diabulimia Helpline, υποστηρίζει ότι οι γυναίκες με τύπου 1 διαβήτη έχουν 2,5 φορές περισσότερες πιθανότητες από τις υπόλοιπες συνομήλικές τους να εκδηλώσουν διατροφική διαταραχή.

Και προσθέτει, πως σύμφωνα με έρευνες το 40% των γυναικών με διαβήτη ηλικίας 15 έως 30 ετών τροποποιούν την λήψη της ινσουλίνης για να χάσουν βάρος.

Το DWED ελπίζει πως εάν η διαβουλιμία αναγνωρισθεί επισήμως ως πρόβλημα ψυχικής υγείας, θα βοηθηθούν περισσότερο οι ασθενείς, για τη θεραπεία των οποίων μόλις το 2009 εκδόθηκαν επίσημες οδηγίες αντιμετώπισης.

Συνέπειες

Οι συνέπειες από την μείωση των ενέσεων ινσουλίνης είναι καταστροφικές, εάν οι ασθενείς δεν αντιληφθούν εγκαίρως το κακό που κάνουν στον εαυτό τους.

Όταν ο οργανισμός δεν μπορεί να βρει πρόσβαση στα σάκχαρα των τροφίμων, διασπά το λίπος και τις πρωτεΐνες του σώματος, παράγοντας έτσι υποπροϊόντα που λέγονται κετόνες και είναι τοξικά για τον οργανισμό.

Οι κετόνες μπορεί να οδηγήσουν σε επιπλοκές, όπως η τύφλωση, η νεφρική ανεπάρκεια ή και ο θάνατος.

Τον περασμένο Απρίλιο, μία 39χρονη Βρετανίδα, η Γιολάντα Ακούνα Οκάνα, έχασε τη ζωή της εξαιτίας της διαβουλιμίας, την οποία είχε εκδηλώσει στα 18 της χρόνια, δίχως ποτέ να κατορθώσει να την αντιμετωπίσει.

Η Γιολάντα είχε πάρει 10 κιλά όταν άρχισε την ινσουλινοθεραπεία και αμέσως είχε περιορίσει δραστικά τον αριθμό των ενέσεων που έκανε, δίχως να το πει σε κανέναν. Στα 28 της χρόνια αντιμετώπιζε ήδη προβλήματα με τους νεφρούς της και διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια (βλάβες στα μάτια εξαιτίας του αυξημένου σακχάρου) για την οποία έκανε εγχείρηση με λέιζερ.

Λίγα χρόνια αργότερα οι νεφροί της είχαν αρχίσει να εκδηλώνουν ανεπάρκεια, ενώ αργότερα παρουσίασε και διαβητικό πόδι – μία επίμονη πληγή στο πόδι από γυαλί το οποίο δεν αντιλήφθηκε ότι πάτησε, επειδή ήδη είχε νευροπάθεια στα κάτω άκρα.

Η πληγή δεν επουλωνόταν και παρά τις προσπάθειες των γιατρών, κάποια στιγμή βρέθηκε αντιμέτωπη με τον ακρωτηριασμό, τον οποίο αρνήθηκε κατηγορηματικά, επιλέγοντας να κάνει χειρουργικούς καθαρισμούς και να ελπίζει ότι θα γίνει καλά.

Μέσα στους επόμενους μήνες, το νεφρολογικό της πρόβλημα είχε εξελιχθεί σε τελικού σταδίου νεφρική ανεπάρκεια, είχε παρου
σιάσει επικίνδυνη θρόμβωση σε φλέβα του πληγωμένου της ποδιού, ενώ ελαττώθηκε η όρασή της εξαιτίας καταρράκτη.

Η οικογένειά της ήλπιζε ότι θα προλάβει να υποβληθεί σε μεταμόσχευση νεφρού, αλλά η εξεύρεση του μοσχεύματος καθυστέρησε πολύ. Η Γιολάντα υπέστη μία σειρά από ανακοπές καρδιάς και κατέληξε στην εντατική με μηχανική υποστήριξη των ζωτικών λειτουργιών της, όπου και κατέληξε.

Όπως δήλωσε στον βρετανικό Τύπο η αδελφή της Νίκυ: «Η Γιο κάποια στιγμή μου είχε πει ότι αν μπορούσε να γυρίσει το χρόνο πίσω, θα έπαιρνε κανονικά την ινσουλίνη της. Ζούσε ένα αληθινό μαρτύριο για 10 κιλά και είχε πια καταλάβει ότι δεν άξιζε τον κόπο. Δυστυχώς, όμως, ήταν πια πολύ αργά».

Total
0
Shares
Σχετικά άρθρα