Σημαντική εξοικονόμηση στις δαπάνες του συστήματος υγείας μπορούν να εξασφαλίσουν τα νέα καινοτόμα φάρμακα που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των διαβητικών ασθενών και μειώνουν την πιθανότητα υπογλυκαιμίας και άλλων επιπλοκών, συμπεραίνουν οι τελευταίες επιστημονικές μελέτες. Συγκεκριμένα, το κόστος φαρμακευτικής αγωγής για το Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου ΙΙ αποτελεί μόνο το 18% του συνολικού κόστους και το μεγαλύτερο μερίδιο καταλαμβάνει το κόστος συν-νοσηροτήτων. Οι νεότερες θεραπείες έχουν λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες π.χ. υπογλυκαιμίες, οι οποίες μειώνουν σημαντικά το συνολικό κόστος πάθησης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που η Εταιρεία Μελέτης Παθήσεων Διαβητικού Ποδιού (Ε.ΜΕ.ΔΙ.Π.), τα νεότερα δεδομένα που έχουν προκύψει από Επιδημιολογικές και Φαρμακο-οικονομικές Μελέτες Διαβήτη Τύπου ΙΙ, που έχουν διεξαχθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα υπογραμμίζουν ότι εκτός από το προφανές άμεσο φαρμακευτικό κόστος του Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου ΙΙ, υπάρχει και το ιδιαίτερα σημαντικό κόστος, που προέρχεται από τις μακροχρόνιες επιπλοκές, τις ανεπιθύμητες ενέργειες των αγωγών, κ.α., και το οποίο αυξάνει σημαντικά το συνολικό κόστος.. Συγκεκριμένα, αναφέρονται τα αποτελέσματα της μελέτης μέτρησης ποιότητας ζωής σε ασθενείς με διαβήτη και υπογλυκαιμίες “HYPO”, τα οποία ανακοινώθηκαν πρόσφατα στο Αμερικανικό Ενδοκρινολογικό Συνέδριο, σε συνδυασμό με αυτά της μελέτης κόστους του σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου ΙΙ στην Ελλάδα “HERCULES”.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τη μελέτη Hercules, το μέσο κόστος ανά ασθενή ανά έτος του ΣΔ2 στην Ελλάδα ανέρχεται στις 7.111 ευρώ όπου μόνο το 18% αφορά σε αντιδιαβητικές θεραπείες. Οι καλά ρυθμισμένοι ασθένειες έχουν μικρότερο κόστος περίπου στα 6.366 ευρώ έναντι 7.783 ευρώ για τους αρρύθμιστους, ενώ οι συννοσηρότητες απορροφούν το μεγαλύτερο ποσοστό του προϋπολογισμού, 48% του συνολικού κόστους. Το μέσο νοσοκομειακό κόστος και το κόστος επιπλοκών ανέρχεται σε 2.456 ευρώ (34%). Για άνδρες ασθενείς με διαβήτη δαπανάται το ποσό των 2.222 ευρώ περισσότερο ανά έτος σε σύγκριση με τις γυναίκες ασθενείς, για τους δε παχύσαρκους ασθενείς δαπανάται επιπλέον το ποσό των 1.460 ευρώ ανά έτος σε σύγκριση με τους υπέρβαρους ή φυσιολογικού βάρους ασθενείς. Αυτό εξηγείται με βάση τα υψηλότερα επίπεδα HbA1c, την συν-νοσηρότητα και τον αριθμό των αντιδιαβητικών θεραπειών. Επίσης για διαβητικούς ασθενείς με χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης το κόστος ανέρχεται σε 2.341 ευρώ περισσότερο σε σύγκριση με ανωτέρου επιπέδου μάθησης ασθενείς.
Κατά τη χθεσινή παρουσίαση των στοιχείων αυτών, σε ειδική εκδήλωση χθες, ο κ. Ν. Τεντολούρης, Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας, Α’ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών & Διαβητολογικό Κέντρο, Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «ΛΑΪΚΟ», Γεν. Γραμματέας Ε.ΜΕ.ΔΙ.Π. αναφέρθηκε στη σημασία της εκδήλωσης και στο έργο της Ε.ΜΕ.ΔΙ.Π: «Η σημερινή εκδήλωση πραγματοποιείται στο πλαίσιο της προσπάθειας της Εταιρείας Μελέτης Παθήσεων Διαβητικού Ποδιού για ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού στη χώρα μας σχετικά με το «διαβητικό πόδι». Οι δραστηριότητες αυτές, σε συνδυασμό με την οργάνωση κέντρων πρόληψης και φροντίδας των προβλημάτων των ατόμων που αφορούν στο «διαβητικό πόδι», έχουν ως τελικό σκοπό την πρόληψη και μείωση των ακρωτηριασμών στα άτομα με διαβήτη στη χώρα μας.»
Ο Γ. Ρομπόπουλος, Ιατρός Ενδοκρινολόγος, αναφέρθηκε στη σημασία διεξαγωγής τοπικών μελετών οικονομικών υγείας σχετικά με το ΣΔΙΙ για την ολιστική προσέγγιση κόστους-οφέλους τόσο για τους ασθενείς όσο και για τα υγειονομικά συστήματα: «Ο Σακχαρώδης Διαβήτης Τύπου ΙΙ τείνει να εξελιχθεί σήμερα σε μια σύγχρονη επιδημία με σημαντικές κλινικές και οικονομικές επιπτώσεις στην κοινωνία και τα υγειονομικά συστήματα. Από επιδημιολογικές και φαρμακο-οικονομικές μελέτες προκύπτει ότι ο ΣΔΙΙ επιβαρύνει πολλαπλά όχι μόνο τη σωματική υγεία των ασθενών, αλλά ταυτόχρονα τη ψυχολογική και κοινωνική τους διάθεση. Για το λόγο αυτό, η επιστημονική κοινότητα επικεντρώνεται όχι μόνο στη διερεύνηση των παραγόντων που επηρεάζουν τη συνολική παθογένεια της νόσου αλλά ταυτόχρονα και στις οικονομικές, κοινωνικές, και πολιτισμικές διαστάσεις που επηρεάζουν τον τρόπο επιβίωσης, διατροφής, άσκησης καθώς και της γενικότερης ποιότητας ζωής των ασθενών με ΣΔΙΙ και των συγγενών τους.
Οι οικονομικές επιπτώσεις στην οικογένεια και την κοινωνία από τον ΣΔΙΙ είναι σημαντικές και διαφοροποιούνται ανάλογα με την οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας και τη δομή και οργάνω
ση των συστημάτων υγείας. Ωστόσο, κάποιες ενδεικτικές εκτιμήσεις από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας αναφέρουν ότι οι χαμηλότερες κοινωνικο-οικονομικές τάξεις καθώς και οι λιγότερο αναπτυγμένες χώρες της υφηλίου φέρνουν και το μεγαλύτερο οικονομικό βάρος.»
Ο κ. Η. Μυγδάλης, Συντονιστής Δ/ντής Β’ Παθολογικής Κλινικής και Υπεύθυνος Διαβητολογικού Κέντρου, Γενικό Νοσοκομείο ΝΙΜΤΣ παρουσίασε τα αποτελέσματα της Μελέτης HERCULES («Κόστος πάθησης των Ρυθμισμένων vs Αρρύθμιστων ασθενών με Διαβήτη Τύπου ΙΙ στην Ελλάδα»): «Εκτός από το προφανές άμεσο φαρμακευτικό κόστος του ΣΔΙΙ, υπάρχει και το έμμεσο που δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο. Τα έμμεσα κόστη προέρχονται από τις μακροχρόνιες επιπλοκές, τις ανεπιθύμητες ενέργειες των αγωγών, όπως η υπογλυκαιμία και τις συν-νοσηρότητες που φαίνεται ότι αυξάνουν σημαντικά το συνολικό κόστος. Οι προαναφερθέντες παράγοντες συνδέονται επίσης με απώλεια παραγωγικότητας λόγω νοσηλειών, αναπηρίας ή θανάτου που επηρεάζουν σημαντικά τις δαπάνες στα κοινωνικο-ασφαλιστικά συστήματα.»
Ο κ. Ι. Υφαντόπουλος Καθηγητής Οικονομικών Υγείας Πανεπιστήμιου Αθηνών, παρουσίασε τα αποτελέσματα της Μελέτης HYPO (Επιδημιολογική μελέτη για την αξιολόγηση της συχνότητας της υπογλυκαιμίας και την επίδρασή της στην ποιότητα ζωής στο Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου ΙΙ): «Στη μελέτη συμμετείχαν πάνω από 6.000 ασθενείς, ενώ τα αποτελέσματά της ανακοινώθηκαν τον Ιούνιο στο Αμερικανικό Ενδοκρινολογικό Συνέδριο. Μελετήθηκε η συχνότητα της υπογλυκαιμίας και οι επιπτώσεις της στην ποιότητα ζωής των ασθενών αλλά και στην καλύτερη ρύθμιση του ΣΔΙΙ. Στη μελέτη αυτή φάνηκε ότι τα παλαιοτέρα φάρμακα όπως οι σουλφονυλουρίες προκαλούν συχνότερα υπογλυκαιμίες και επηρεάζουν αρνητικά τόσο την ποιότητα ζωής όσο και την ρύθμιση των ασθενών. Αντίθετα, η μετφορμίνη και τα νέα καινοτόμα φάρμακα που έχουν στη διάθεσή τους οι ιατροί τα τελευταία χρόνια προκαλούν σπανιότερα υπογλυκαιμίες και αύξηση του σωματικού βάρους ενώ βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των ασθενών σε σχέση με τις παραδοσιακές αγωγές. Το σημαντικότερο νέο είναι ότι έχουμε πλέον στη διάθεση μας Ελληνικές μελέτες που μας παρουσιάζουν δεδομένα οικονομικών της υγείας, ποιότητας ζωής και κόστους αποτελεσματικότητας για κάποια από τα νεότερα φαρμακευτικά σκευάσματα και ιδιαίτερα για την κατηγορία των DPP-IV αναστολέων.» Επιπλέον, ο κ. Υφαντόπουλος παρουσίασε φαρμακο-οικονομική μελέτη της βιλνταγλιπτίνης σε σύγκριση με τη συλφουνυλουρία και ανέδειξε μεθοδολογίες μέτρησης της αποτελεσματικότητας λαμβάνοντας υπόψη το κόστος και τον ορισμό cost-effective σε μια θεραπεία. Όπως τόνισε: «η τιμή του φαρμάκου από μόνη της δεν μπορεί να αποτελεί παράγοντα επιλογής ή αποκλεισμού μιας θεραπείας αν δεν έχει προηγουμένως ληφθεί υπόψη ο λόγος κόστους-αποτελεσματικότητας». Επιπλέον, τόνισε πως είναι αναγκαία η σύνδεση φαρμακο-οικονομικών μελετών με τα θεραπευτικά πρωτόκολλα.