Του Παναγιώτη Χαλβατσιώτη, επίκουρου καθηγητή Παθολογίας
Ο J. M. Mbanya, πρόεδρος της Διεθνούς Συνομοσπονδίας για το Διαβήτη (International Diabetes Federation) σε πρόσφατη συνέντευξή του στο διεθνές πρακτορείο ειδήσεων Reuters ανέφερε ότι ο διαβήτης τύπου 2 αποτελεί για την παγκόσμια υγεία το tsunami του 21ου αιώνα. Έχει υπολογισθεί ότι πάνω από 366 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως παρουσιάζουν διαβήτη και το σημαντικότερο είναι ότι η συχνότητά αυξάνεται ραγδαία και με γεωμετρικό ρυθμό ώστε να προδικάζεται ότι σε 20 χρόνια ο διαβήτης θα ταλαιπωρεί πάνω από 600 εκατομμύρια συνανθρώπους μας.
Το κόστος του διαβήτη μεταφράζεται σε πολλά δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά το κυριότερο είναι ότι ο διαβήτης αποτελεί την αιτία θανάτου για περίπου 5 εκατομμύρια συμπολίτες μας σε ετήσια βάση, ήτοι σε ένας θάνατος λόγω του διαβήτη κάθε 7 δευτερόλεπτα. Στατιστικές μελέτες ανεβάζουν τον αριθμό των διαβητικών στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως φύλου κοντά στο 8%, οπότε ο διαβήτης στην χώρα μας φαίνεται να μειώνει το προσδόκιμο αλλά και την ποιότητα ζωής σε περίπου 1.000.000 άτομα. Τα ποσοστά όμως του «προ-διαβήτη», μια κατάστασης που ακόμα δυνητικά είναι αναστρέψιμη τουλάχιστον για μεγάλο χρονικό διάστημα, εμφανίζονται συντριπτικά υψηλά στη χώρα μας συγκριτικά με τι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Το ¼ των ενηλίκων ανδρών σήμερα βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν «επίσημο» διαβήτη μια που εμφανίζουν το λεγόμενο μεταβολικό σύνδρομο. Η υιοθέτηση δυτικών προτύπων διατροφής και μείωση της φυσικής δραστηριότητας θεωρείται σήμερα η «ρίζα» του κακού. Βασικό χαρακτηριστικό του μεταβολικού συνδρόμου είναι η παρουσία παχυσαρκίας και μάλιστα της κοιλιακής (σωματότυπος ως μήλο και όχι σαν αχλάδι).
Αυτή η κεντρική εναπόθεση λίπους οδηγεί στην ανάπτυξη του φαινομένου της αντίστασης στην ινσουλίνη, που αργά πλην σταθερά θα εξαντλήσει όλες τις εφεδρείες του οργανισμού στο να αντιμετωπίζει τις αυξήσεις του σακχάρου αίματος. Το μέλλον για τη χώρα μας προβλέπεται αρκούντως ζοφερό, μια που είμαστε οι «πρωταθλητές» στην Ευρώπη στα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας και ήδη ο τύπος 2 διαβήτη, αυτός που παλιότερα λεγόταν «των ενηλίκων» με εμφάνιση μετά τα 40 έτη, διαγιγνώσκεται ήδη σε πολλούς εφήβους στη χώρα μας. Επομένως η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και του συνοδού της συνδρόμου της αντίστασης στην ινσουλίνη αποτελεί το κλειδί που θα ανοίξει την πόρτα της ελπίδας για την ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων.
Σόγια
Τα γεύματα και ροφήματα με βάση τη σόγια αποτελούν μια παραδοσιακή ευρέως διαδομένη συνήθης διατροφή σε πολλούς ασιατικούς πληθυσμούς. Υπάρχουν σήμερα πολλές μελέτες που έχουν αποδείξει τη μεγάλη συνεισφορά της διατροφής με σόγια σε μια σειρά παθολογικών καταστάσεων. Παράλληλα οι πρωτεΐνες που λαμβάνονται σε αφθονία από την σόγια είναι σχεδόν ισοδύναμες, όσον αφορά τα απαραίτητα αμινοξέα, με εκείνες που προσλαμβάνονται από την βρώση κρέατος.
Εκτός όμως του ότι η σόγια αποτελεί μια υψηλής βιολογικής αξίας πηγή πρωτεϊνών, παρουσιάζεται να διαθέτει στην ευεργετική της φαρέτρα τις ισοφλαβόνες που επίσης έχει δειχθεί να έχουν πολλές ευεργετικές βιολογικές δράσεις. Πολλές ερευνητικές ομάδες έχουν πλέον καταλήξει και αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η διατροφή με σόγια οδηγεί στην απώλεια σωματικού βάρους αλλά και έχει μια ευνοϊκή επίδραση στην συχνά συνυπάρχουσα δυσλιπιδαιμία, μειώνοντας τις τιμές των αθηροματογόνων λιπιδίων όπως η χοληστερόλη LDL-c (κακή χοληστερίνη).
Η δυσλιπιδαιμία αλλά και η παχυσαρκία αποτελούν όπως προαναφέρθηκε βασικό στοιχείο στην εμφάνιση της αντίστασης στην ινσουλίνη και η μη φαρμακευτική αλλά με διατροφικά μέσα καταπολέμησή της πρέπει να αποτελεί μια ασφαλή πρώτη επιλογή. Έτσι, για παράδειγμα, η κατανάλωση 40 γραμμαρίων σόγιας την ημέρα μπορεί να μειώσει κατά 5-10% περίπου τις τιμές των επιβλαβών καρδιαγγειακών παραγόντων, όπως η LDL – χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια αλλά και άλλων ενδοθηλιακών παραγόντων.
Συμπερασματικά, ένας μεγάλος αριθμός μελετών έχει αποδείξει τις ευεργετικές επιδράσεις του διαιτολογίου με σόγια στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας. Έχει δειχθεί ότι επιταχύνει το αίσθημα κορεσμού και μειώνει το βάρος παχύσαρκων ατόμων. Η μείωση του βάρους σε συνδυασμό με τη βελτίωση του φαινομένου της λιποτοξικότητας, με την μείωση των λιπιδίων, έχει ευεργετικές επίσης δράσεις στην καταπολέμηση της αντίστασης στην ινσουλίνη, του βασικού εκείνου παθοφυσιολογικού μηχανισμού στην εξελικτική πορεία στην επέλευση του κλινικού διαβήτη.