Οταν ο διαβήτης μπορεί να «χτυπήσει» την παχυσαρκία!

Το ταξίδι από την ανακάλυψη της ινσουλίνης, στο μέλλον της καταπολέμησης του διαβήτη και της παχυσαρκίας

Η σκληρή πραγματικότητα για τους διαβητικούς έως και τις αρχές του περασμένου αιώνα περιελάμβανε αυστηρές δίαιτες, κατ’ ουσίαν πείνα, αδυναμία και τελικά θάνατο. Η ιστορική ανακάλυψη της ινσουλίνης κατάφερε να αλλάξει αυτή την πραγματικότητα και να προσφέρει όχι απλά ελπίδα, αλλά το δώρο της ζωής για τους ανθρώπους που πλήττονται από το σακχαρώδη διαβήτη.

Στο σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 (γνωστός και ως «παιδικός διαβήτης») το ανοσοποιητικό σύστημα καταστρέφει τα κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη, την ουσία που είναι απαραίτητη για να μεταβολίσει ο οργανισμός τα τρόφιμα σε ενέργεια. Το σκεύασμα της ινσουλίνης είναι, λοιπόν, η ουσία που τους κρατάει στη ζωή.

Στο σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (γνωστός μέχρι πρότινος και ως «διαβήτης των ενηλίκων»), που αφορά και την πλειονότητα των ασθενών (έως και 95%), η λειτουργία του παγκρέατος φθίνει και ο έλεγχος των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα δυσχεραίνεται.

Στο πρώτο μέρος του 20ού αιώνα οι επιστήμονες από τον Καναδά, Frederick Banting και Charles Best, ανακάλυψαν τον τρόπο να παράξουν ζωική ινσουλίνη και να τη χορηγήσουν σε διαβητικούς. Ηταν όμως ένα ζευγάρι από τη Δανία, ο August και η Marie Krogh (ο August ήταν διακεκριμένος καθηγητής και η Marie έπασχε από διαβήτη), που άρχισαν να παρασκευάζουν ινσουλίνη και να θεραπεύουν τους πρώτους ασθενείς πριν από 90 χρόνια.

Στις μέρες μας ο διαβήτης αποτελεί πανδημία, με τις εκτιμήσεις να προειδοποιούν πως ο αριθμός των ασθενών παγκοσμίως θα εκτιναχθεί στα 530 εκατομμύρια έως το 2020. Από το 1923, όμως, οι εξελίξεις στο χώρο της καταπολέμησης της πάθησης διαδέχονται η μία την άλλη. Με την επανάσταση της βιοτεχνολογίας η ινσουλίνη σταμάτησε να λαμβάνεται από χοίρους και αγελάδες και έγινε συνθετική, εξέλιξη με πολλαπλά οφέλη για τους ασθενείς.

Σημαντικά πλεονεκτήματα για την ποιότητα της ζωής των ασθενών επέφερε η αλλαγή του τρόπου χορήγησης της ινσουλίνης, όταν στην καθημερινότητα των διαβητικών εισήλθαν τα ειδικά στιλό που αντικατέστησαν τις σύριγγες και τα οποία αφαίρεσαν τα «ταμπού» που συνόδευαν τις ενέσεις, ιδιαίτερα για τους μικρότερους ηλικιακά ασθενείς. Με την έρευνα στο συγκεκριμένο τομέα να συνεχίζεται διαρκώς, οι διαβητικοί κατάφεραν να απεμπλακούν από τις ενέσεις, με τη χρήση των αντλιών ινσουλίνης, οι οποίες λειτουργούν ως ένα είδος «τεχνητού» παγκρέατος και χορηγούν την ουσία σε 24ωρη βάση. Πρόσφατα, μια ανακάλυψη άλλαξε και πάλι τα δεδομένα για τους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, της πλειονότητας δηλαδή.

Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η ορμόνη GLP-1 μειώνει τα επίπεδα της γλυκόζης, χωρίς να προκαλεί υπογλυκαιμία, βελτιώνει την έκκριση και σύνθεση ινσουλίνης και μειώνει την έκκριση γλυκογόνου. Η αναπάντεχη εξέλιξη σχετίζεται με την επίδραση που έχει η GLP-1 στο σωματικό βάρος. Οπως έδειξαν οι έρευνες, η ορμόνη οδηγεί στη μείωση του βάρους, καθώς στέλνει γρηγορότερα μήνυμα στον εγκέφαλο ότι ο ασθενής έχει χορτάσει. Η παχυσαρκία αποτελεί ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αρκετοί διαβητικοί τύπου 2 (και στις μέρες μας και κάποιοι διαβητικοί τύπου1), με αποτέλεσμα ο κίνδυνος καρδιαγγειακών παθήσεων να αυξάνει σημαντικά. Πλέον, οι επιστήμονες ερευνούν πώς η GLP-1 μπορεί να εφαρμοστεί και για τους ασθενείς με διαβήτη τύπου 1, συνδυαστικά με την ινσουλίνη.

Αλλά και ανεξάρτητα από το διαβήτη, η παχυσαρκία συνιστά από μόνη της μία από τις επιδημίες του σύγχρονου κόσμου και συνοδεύεται από πολλά προβλήματα υγείας. Ετσι, η επόμενη κίνηση είναι η απομόνωση του τμήματος εκείνου που συμβάλλει στη μείωση του βάρους και την κυκλοφορία του αποκλειστικά ως φαρμάκου κατά της παχυσαρκίας.

< br />
&lt�;option value=”da”>Danish

Total
0
Shares
Σχετικά άρθρα