Υπερφαγία: Μάθε πως θα την σταματήσεις με αυτούς τους τρόπους

Η υπερφαγία μπορεί τυπικά ορίζεται ως υπερκατανάλωση τροφής, όμως στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο απλός ο ορισμός της. Υπερφαγία είναι από την υπερκατανάλωση τροφής σε γεύμα ή το συνεχές τσιμπολόγημα, εως μια αναγνωρισμένη διατροφική διαταραχή, με συγκεκριμένα διαγνωστικά κριτήρια.

Γράφει η Μαρία Μαντζώρου, Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, Μυτιλήνη

Πότε η υπερφαγία δεν είναι διατροφική διαταραχή; Και πότε είναι;

Η υπερκατανάλωση τροφής είναι ένα ζήτημα που απασχολεί πολλούς διαιτώμενους. Πίσω από την υπερκατανάλωση τροφής κρύβονται διάφοροι παράγοντες.

Η υπερφαγία μπορεί να είναι η υπερβάλλουσα κατανάλωση φαγητού λόγω βιολογικής πείνας μετά από πολλές ώρες νηστείας (πχ. όταν το άτομο δεν έχει προλάβει να καταναλώσει φαγητό μέσα στη μέρα λόγω υποχρεώσεων), ή λόγω συνεχούς τσιμπολογήματος, που οδηγεί εν τέλει και σε υψηλά επίπεδα πείνας, ή η ασυναίσθητη (υπερ)κατανάλωση τροφής μπροστά σε οθόνες και η κατανάλωση τροφής λόγω συναισθηματικής πείνας (πχ. βαρεμάρα, άγχος, εκνευρισμός, κόπωση, κ.α.).

Η διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας

Η διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας (binge eating disorder) σύμφωνα με το DSM-5 είναι η κατανάλωση τροφής, σε ορισμένο χρονικό διάστημα (πχ. σε 2 ώρες), σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που οι περισσότεροι άνθρωποι θα μπορούσαν να καταναλώσουν στο ίδιο χρονικό διάστημα σε όμοιες συνθήκες.

Κατά το υπερφαγικό επεισόδιο υπάρχει η αίσθηση της απώλειας του ελέγχου της κατανάλωσης της τροφής, δηλαδή το άτομο νιώθει ότι δεν μπορεί να σταματήσει να τρώει.

Τα επεισόδια σχετίζονται με τουλάχιστον τρία από τα παρακάτω:

Γρηγορότερη κατανάλωση τροφής

Κατανάλωση τροφής μέχρι το άτομο να νιώσει άβολα χορτάτο

Κατανάλωση μεγάλης ποσότητας τροφής, χωρίς να υπάρχει το αίσθημα της βιολογικής πείνας

Κατανάλωση φαγητού μόνο το άτομο, λόγω ντροπής από τη μεγάλη ποσότητα τροφής που καταναλώνει

Αίσθημα αηδίας, θλίψης, και ενοχών μετά το υπερφαγικό επεισόδιο

Υπάρχει αίσθημα δυσφορίας σε σχέση με την υπερφαγία, ενώ τα επεισόδια συμβαίνουν τουλάχιστον 1 φορά την εβδομάδα, για 3 μήνες. Στη διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας δεν υπάρχουν αντιρροπιστικές συμπεριφορές και περιορισμός λήψης τροφής που παρατηρούνται σε άλλες διατροφικές διαταραχές, ενώ σημαντικό είναι να τονιστεί ότι τα υπερφαγικά και τα βουλιμικά επεισόδια διαφέρουν, δεν είναι το ίδιο!

Το σωματικό βάρος δεν αποτελεί διαγνωστικό κριτήριο για τη διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας, και παρατηρείται και σε γυναίκες και σε άντρες, ενώ συνήθως ξεκινά προς το τέλος της εφηβείας και στην αρχή της δεκαετίας των 20. Τα επεισόδια προκαλούνται από άβολα συναισθήματα, από χαρά, από την “ευκαιρία” όταν το άτομο είναι μόνο του, και μπορεί να είναι και προγραμματισμένα.

Η αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών είναι σημαντική, και συμπεριλαμβάνουν διεπιστημονική ομάδα από ιατρό, ψυχολόγο ή/και ψυχίατρο, και διαιτολόγο-διατροφολόγο. Ο ρόλος του διαιτολόγου-διατροφολόγου είναι σημαντικός για τη διατροφική συμβουλευτική και την διατροφική εκπαίδευση.

Πώς θα την αντιμετωπίσουμε;

Βρίσκουμε τι την προκαλεί

Για την αντιμετώπιση της υπερφαγίας είναι σημαντικό να εστιάσουμε στο τι την προκαλεί. Η καταγραφή των γευμάτων/σνακ και των συναισθημάτων πριν και μετά την κατανάλωση τροφής είναι ένα απλό μεν, ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο που βοηθάει στο να κατανοήσουμε τις αφορμές που οδηγούν στην υπερφαγία, είτε πρόκειται για διατροφική διαταραχή ή όχι.

Σπάμε τον φαύλο κύκλος της 

Ο φαύλος κύκλος της υπερφαγίας αναδεικνύει την επίδραση του αυστηρού περιορισμού λήψης τροφής στην υπερφαγία. Αν και η αυστηρή δίαιτα δεν είναι μοναδική αιτία για την υπερφαγία, είναι κοινή για πολλά άτομα.

Ακούμε το σώμα μας και το θρέφουμε

Πεινάμε ανά 3 με 4 ώρες περίπου. Η πείνα είναι φυσιολογική και είναι ο τρόπος με τον οποίο το σώμα μας μας ειδοποιεί ότι ήρθε η ώρα να του προσφέρουμε ενέργεια και θρεπτικά συστατικά. Είναι σημαντικό να τρώμε όταν πεινάμε μέτρια έτσι ώστε να μπορέσουμε να απολαύσουμε με ηρεμία το φαγητό μας, και να νιώσουμε τον κορεσμό.

Ο προγραμματισμός των γευμάτων και σνακ για τη μέρα είναι ιδιαίτερα βοηθητικός στην αντιμετώπιση της υπερφαγίας. Έτσι, έχουμε ικανοποιητικά, χορταστικά και θρεπτικά γεύματα και σνακ!

Απολαμβάνουμε το φαγητό

Το φαγητό είναι ανάγκη, αλλά είναι και απόλαυση. Αν δεν απολαύσουμε το φαγητό, τότε καταφεύγουμε στην κατανάλωση επιπλέον φαγητού ή/και αναζητούμε την απόλαυση σε κάποιο γλύκισμα.

Συνεπώς, είναι σημαντικό να αφιερώσουμε χρόνο και τις αισθήσεις μας στην απόλαυση του φαγητού.

Αντιμετωπίζουμε τα συναισθήματά μας

Καταφεύγουμε στο φαγητό όχι μόνο λόγω βιολογικής, αλλά και λόγω συναισθηματικής πείνας.

Όταν δεν νιώθουμε καλά ή άνετα, είτε λόγω άγχους ή κόπωσης ή ανίας, το φαγητό μπορεί να φανεί ως μια καλή λύση, καθώς μας κάνει να νιώθουμε καλά. Όμως, η αίσθηση που μας δίνει το φαγητό είναι στιγμιαία, και μετά θα πρέπει και πάλι να έρθουμε αντιμέτωποι με τα συναισθήματά μας.

Όλοι μας τρώμε λίγο ως πολύ συναισθηματικά, όμως το πρόβλημα εντείνεται όταν καταφεύγουμε στο φαγητό συνεχώς, αντί να αντιμετωπίζουμε τα συναισθήματά μας.

Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τα συναισθήματά μας, χωρίς να καταφύγουμε στο φαγητό είναι σημαντικό να τα κατανοήσουμε. Οι Resch & Tribole, πρωτοπόρες της “Διαισθητικής Διατροφής” συστήνουν να αναρωτηθούμε α. τι νιώθουμε και β. τι χρειαζόμαστε, και να ζητήσουμε βοήθεια από τους γύρω μας, εαν μπορούν να μας βοηθήσουν. Άλλωστε, αν κάτι μας απασχολεί είναι πιο πιθανό να μας βοηθήσει μια φίλη, παρά ένα πιάτο φαγητό!

Εν κατακλείδι, η υπερφαγία έχει πολλές πλευρές. Αναλόγως την περίπτωση, αντιμετωπίζεται διαφορετικά, και είναι σημαντικό όχι μόνο να αναγνωρίσουμε και να αντιμετωπίσουμε την υπερφαγία είτε είναι διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας, είτε όχι, για να νιώσουμε καλά ψυχικά και σωματικά, και για να αποκτήσουμε μια υγιή σχέση με το φαγητό.

Υπερφαγία: Μάθε πως θα την σταματήσεις με αυτούς τους τρόπους (fmh.gr)

Total
8
Shares
Σχετικά άρθρα
vrwmi
Περισσότερα

Βρώμη, το πιο πλήρες και αγνό γεύμα κατά όλων των σύγχρονων παθήσεων

Η βρώμη είναι ένα είδος δημητριακού που πολλοί έχουν εντάξει στη διατροφή τους καθώς θεωρείται ιδιαίτερα υγιεινή. Κλινικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι μειώνει τις ποσότητες της «κακής» χοληστερίνης (HDL) στο αίμα.