Κάθε άνθρωπος με διαβήτη που κάνει θεραπεία με ινσουλίνη, γνωρίζει πως την χρειάζεται όταν τρώει κάποιο γεύμα. Με απλή αναλογική, θα λέγαμε ότι το φαγητό και η ινσουλίνη αλληλοεξισορροπούνται. Πολύ φαγητό και όχι αρκετή ινσουλίνη οδηγεί σε υπεργλυκαιμία. Πολλή ινσουλίνη και όχι αρκετό φαγητό οδηγεί σε υπογλυκαιμία.
Οι περισσότεροι, όμως, που κάνουν χρήση ινσουλίνης, συνειδητοποιούν πως οι ανάγκες τους για ινσουλίνη δεν έχουν να κάνουν μόνο με το τί τροφές καταναλώνουν, διαφορετικά η ρύθμιση του σακχάρου θα ήταν πιο απλή.
Κατά την κατανάλωση τροφής, οι υδατάνθρακες παραμένουν στο σώμα για λίγες ώρες, πριν περάσουν από τη διαδικασία της πέψης, κατευθυνθούν στα κύτταρα και αποθηκευτούν ως λίπος. Παρόλο που η πέψη σύντομα τελειώνει, το σώμα συνεχίζει να έχει ανάγκη από γλυκόζη για να λειτουργήσει.
Αυτή η διαδικασία παραγωγής γλυκόζης λέγεται γλυκογένεση – που κυριολεκτικά σημαίνει “δημιουργία νέας γλυκόζης”. Η γλυκογένεση λαμβάνει χώρα στο συκώτι όταν υπάρχει έλλειψη πηγών υδατανθράκων για ενέργεια ή όταν το σώμα χρειάζεται περισσότερη ενέργεια από αυτή που του παρέχει η τροφή.
Όταν για παράδειγμα κοιμάστε, ο οργανισμός συνεχίζει να χρειάζεται γλυκόζη. Τι κάνει; Χρησιμοποιεί το λίπος και τις πρωτεΐνες του οργανισμού για να την παράγει.
Αυτή η γλυκόζη χρειάζεται ινσουλίνη για να μεταφερθεί στα κύτταρα, ακριβώς όπως η γλυκόζη που παράγεται όταν τρώμε. Αν δηλαδή παράγετε την γλυκόζη σας, αλλά όχι την ινσουλίνη σας, θα ξυπνήσετε το πρωί με αρκετά υψηλό σάκχαρο.
Μια άλλη περίπτωση που ο οργανισμός παράγει γλυκόζη, ενώ δεν τρώτε, είναι ο μηχανισμός fight-or-flight ή αλλιώς η αντίδραση του οργανισμού όταν στρεσάρεται ή όταν βρίσκεται σε κατάσταση “κινδύνου” και έχει ανάγκη μια μεγάλη δόση ενέργειας. Οι αδένες αδρεναλίνης παράγουν μια ορμόνη, την επινεφρίνη και η επινεφρίνη παρακινεί την παραγωγή γλυκόζης. Μοιάζει με την ένεση γλυκαγόνης που γίνεται για να αντιμετωπίσουμε μια σοβαρή υπογλυκαιμία.
Η κατανάλωση γλυκόζης αυξάνεται επίσης κατά τη διάρκεια έντονης σωματικής δραστηριότητας. Ας μην ξεχνάμε ότι γλυκόζη χρειάζονται τα κύτταρα και όταν γελάμε, παίζουμε, σκεφτόμαστε, αναπνεόυμε.
Ένα υγιές πάγκρεας παράγει μόνιμα μικρές δόσεις ινσουλίνης και τις διοχετεύει στον οργανισμό ώστε να συντηρεί το σάκχαρο σταθερό, ανεξάρτητα από την κατανάλωση ή όχι φαγητού. Αυτές ακριβώς οι μικρές δόσεις ινσουλίνης που διοχετεύονται και υπάρχουν σταθερά στον οργανισμό είναι ο “βασικός ρυθμός”.
Ο “βασικός ρυθμός” είναι μία φράση που συνήθως συνδέεται με τις αντλίες έγχυσης ινσουλίνης, αλλά στην πραγματικότητα είναι κάτι που αφορά όλους, είτε έχουν αντλία είτε κάνουν ενέσιμη ινσουλίνη. Όσοι κάνετε ινσουλίνη με ενέσεις, έχετε επίσης βασικό ρυθμό, ο οποίος καθορίζεται από την ένεση ινσουλίνης βραδείας δράσης (συνήθως η 24ωρη ή βασική ινσουλίνη). Στην περίπτωση της αντλίας, ο βασικός ρυθμός επιτυγχάνεται με συνεχείς μικρές δόσεις ινσουλίνης ταχείας δράσης.
Με άλλα λόγια, όσοι κάνουν ενέσεις λαμβάνουν δύο διαφορετικούς τύπους ινσουλίνης, μία ταχείας δράσης (πχ. Humalog, Novolog, Apidra) για τα γεύματά τους και μία βραδείας δράσης ( πχ. Levemir ή Lantus) για τις υπόλοιπες λειτουργίες του οργανισμού. Στην περίπτωση της αντλίας, καταργείται η ινσουλίνη βραδείας δράσης, αφού ο οργανισμός έχει μόνιμη παροχή ινσουλίνης ταχείας δράσης. Αν όμως οι χρήστες αντλίας χρειάζονται περισσότερη ινσουλίνη για κάποιο γεύμα, η συσκευή δίνει τη δυνατότητα να την παρέχουν στον οργανισμό.
Ο βασικός ρυθμός του κάθε ανθρώπου είναι διαφορετικός και επηρεάζεται από παράγοντες όπως το βάρος, το επίπεδο δραστηριότητας, την ηλικία, τις ορμόνες κ.α. Κατά τη διάρκεια των χρόνων ανάπτυξης του ανθρώπου (μέχρι την ηλικία των 21), οι ανάγκες αυτής της βασικής ινσουλίνης έχουν την τάση να αυξάνονται κατά τη διάρκεια της νύχτας και αυτό συμβαίνει λόγω παραγωγής ορμονών. Μετά από αυτή την ηλικία, η παραγωγή των ορμονών μειώνεται και περιορίζεται κυρίως στις πολύ πρωινές ώρες. Το “φαινόμενο της αυγής”, όπως λέγεται, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της γλυκόζης νωρίς το πρωί. Το αποτέλεσμα είναι οι ενήλικες να έχουν αυξημένες ανάγκες βασικής ινσουλίνης σε αυτή τη φάση.
Για να ανταποκριθούμε σε αυτές τις απαιτήσεις του οργανισμού υπάρχουν διάφοροι τρόποι, με πιο γνωστό, όπως είπαμε, την βραδείας δράσης ινσουλίνη. Η Lantus (όπως και άλλες ινσουλίνες) προσφέρει αυτή την μόνιμη ινσουλίνη στον οργανισμό για 24 περίπου ώρες, σε κάποιους ανθρώπους όμως εξαντλείται σε λιγότερο από 24 ώρες. Εδώ έρχεται η αντλία η οποία με μικρές δόσεις τροφοδοτεί τον οργανισμό με ινσουλίνη κάθε λίγα λεπτά, μέρα και νύχτα. Με την αντλία, είναι πολύ πιο εύκολο να προσαρμόσουμε τα επίπεδα της ινσουλίνης στις ανάγκες του οργανισμού ώστε να αντιστοιχούν στην πραγματική παραγωγή γλυκόζης.
Η παραπάνω διαδικασία, δηλαδή το πώς βρίσκει κάποιος τον βασικό ρυθμό όταν χρησιμοποιεί αντλία, είναι μια διαδικασία που χρειάζεται χρόνο, παρατήρηση και υπολογισμούς. Με αυτή τη διαδικασία ακριβώς θα ασχοληθούμε στο επόμενο άρθρο μας.
GlykouliGr
Πηγές:
http://www.diabetesselfmanagement.com/
http://insulinnation.com/
https://www.verywell.com/
https://mysugr.com/