Mόνο στις ΗΠΑ σχεδόν 26 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν σήμερα από κάποιο αυτοάνοσο νόσημα (από διαβήτη τύπου 1, ρευματοειδή αρθρίτιδα, θυρεοειδίτιδα Hashimoto και Graves, ψωρίαση, λεύκη μέχρι λύκο, σκληροδερμία και σκλήρυνση κατά πλάκας – έχουν περιγραφεί περισσότερα από 80 νοσήματα). Πριν από είκοσι χρόνια δεν ξεπερνούσαν τα 9 εκατομμύρια. Αντίστοιχη αύξηση παρατηρείται και στην Ευρώπη. Οι επιστήμονες μιλούν για επιδημία. Στη χώρα μας υπολογίζεται πως περίπου το 5% πάσχει από ένα ή περισσότερα αυτοάνοσα. Και το ποσοστό διαρκώς μεγαλώνει. Τι προκαλεί αυτή την έκρηξη; Ευθύνεται ο σύγχρονος τρόπος ζωής; Υπάρχει πρόληψη; Ζητήσαμε τη βοήθεια δύο διακεκριμένων επιστημόνων για να σχηματίσουμε το προφίλ των αυτοάνοσων νοσημάτων.
Κατ’ αρχάς, τι σημαίνει αυτοανοσία; «Οποιος έχει θετικές αιματολογικές εξετάσεις για τα λεγόμενα “αντιπυρηνικά αντισώματα” ή για άλλα αυτοαντισώματα που υποδηλώνουν την παρουσία αυτοανοσίας δεν ασθενεί απαραιτήτως, άρα δεν χρειάζεται ιατρική παρακολούθηση και θεραπεία. Ανω του 10% των γυναικών και 5-10% των ανδρών έχουν γεννηθεί με αυτοανοσία, με ιδιαιτερότητα δηλαδή του ανοσολογικού (ή αμυντικού) τους συστήματος, ωστόσο δεν είναι όλοι ασθενείς.
Ο μηχανισμός
Τι σημαίνει αυτή η ιδιαιτερότητα; Το φυσιολογικό ανοσολογικό σύστημα που είναι προορισμένο να μας προστατεύει από εχθρούς, εξωτερικούς και εσωτερικούς, δεν αντιδρά ποτέ εναντίον του εαυτού του, έχει αυτό που ονομάζεται ανοσολογική ανοχή, έχει το “γνώθι σαυτόν”. Αντιδρά μόνο εναντίον των… εισβολέων που έρχονται από το περιβάλλον και μας απειλούν (μικρόβια, ιοί, αλλεργιογόνα μέχρι ρινίσματα σιδήρου), ή από μέσα μας (όπως ο παραλλαγμένος εαυτός μας, ο καρκίνος, που προκύπτει από τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των νεοπλασματικών κυττάρων)», εξηγεί ο καθηγητής Πέτρος Σφηκάκης, πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και διευθυντής της Α΄ Προπαιδευτικής Κλινικής & Μονάδας Ρευματολογίας στο Νοσοκομείο «Λαϊκό».
«Στους ανθρώπους που έχουν αυτοανοσία, όμως, το ανοσολογικό σύστημα χάνει το “γνώθι σαυτόν”, σταματά δηλαδή να αναγνωρίζει ένα ή περισσότερα από τα φυσιολογικά συστατικά του οργανισμού ως “εαυτό” και αναπτύσσει διάφορους μηχανισμούς (ένας είναι τα αυτοαντισώματα) που εάν επιτεθούν στον εαυτό μας προκύπτουν τα αυτοάνοσα νοσήματα. Ευτυχώς, μόνο κάποιοι από τους μηχανισμούς του ανοσολογικού (όχι όλοι), χάνουν το “γνώθι σαυτόν” και ευτυχώς οι υπόλοιποι τους κρατούν σε αδράνεια. Ετσι, δεν προκύπτει νόσημα. Οταν, όμως, οι ισορροπίες διαταραχθούν και οι μηχανισμοί αυτοί ενεργοποιηθούν, αρχίζουν η φλεγμονή και η κλινική συμπτωματολογία των αυτοάνοσων νοσημάτων», συνεχίζει ο κ. Σφηκάκης.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα χωρίζονται σε οργανοειδικά (ένα όργανο, ένας ιστός προσβάλλεται), όπως η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, o σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, η λεύκη, και σε συστηματικά (προσβάλλονται δύο ιστοί ή και περισσότεροι), όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο λύκος, το σκληρόδερμα. «Σπάνια είναι “ορφανά”. Δηλαδή δεν εμφανίζεται μόνο ένα. Οταν είναι πάνω από δύο, συνήθως το ένα αφορά τις αρθρώσεις», διευκρινίζει ο καθηγητής Σφηκάκης. Η παθογένεια αυτών των νοσημάτων δυστυχώς παραμένει σκοτεινή, αν και οι επιστήμονες με σιγουριά μιλούν για κάποιους επιβαρυντικούς παράγοντες που –με δεδομένο το υπόβαθρο της προδιάθεσης– ευθύνονται για την πυροδότησή τους. «Το κάπνισμα είναι μακράν το πρώτο», τονίζει ο κ. Σφηκάκης.
«Δρα κατευθείαν στο ανοσολογικό σύστημα, αλλάζει σημαντικές διεργασίες του και προκαλεί απώλεια της ανοσολογικής ανοχής. Τα οιστρογόνα θεωρούνται παράγοντες πυροδότησης για κάποιες μορφές αυτοανοσίας. Οπως και (σπάνια) κάποια φάρμακα. Η υπερβολική έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία επίσης ενοχοποιείται. Αλλά πάντα πρέπει να υπάρχει το υπόστρωμα της γενετικής προδιάθεσης. Κανόνας δεν υπάρχει, κάθε άνθρωπος αντιδρά διαφορετικά. Ο μόνος κανόνας –ποτέ δεν θα κουραστώ να το επαναλαμβάνω– αφορά το κάπνισμα».
«Προτιμούν» τις γυναίκες
Είναι γεγονός ότι τα αυτοάνοσα «προτιμούν» τις γυναίκες. «Ειδικά στην αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα, που πλέον έχει πάρει διεθνώς διαστάσεις επιδημίας, η σχέση γυναικών-ανδρών είναι 10 προς 1· εκεί φαίνεται ότι τα οιστρογόνα παίζουν σημαντικό ρόλο», λέει ο καθηγητής Ενδοκρινολογίας στο γερμανικό πανεπιστήμιο της Ουλμ Λεωνίδας Ντούντας, της Μονάδας Ενδοκρινολογίας, Διαβήτη και Μεταβολισμού του Ευγενιδείου Θεραπευτηρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και αυτές οι παθήσεις πυροδοτούνται –πάνω σε γενετικό, πάντα, υπόβαθρο– από περιβαλλοντικούς παράγοντες.
«Η αυξημένη πρόσληψη ιωδίου μέσω των τροφών, η διατροφή γενικότερα, και το στρες είναι οι κυριότεροι», τονίζει. Ειδικά όσον αφορά το ιώδιο, ένοχος είναι το αλάτι! «Για να καταπολεμηθεί η ιωδιοπενία που υπήρχε παλαιότερα στην ηπειρωτική Ελλάδα και οδηγούσε σε πολλά περιστατικά βρογχοκήλης, ιωδιοποιήθηκε το αλάτι. Και το ιώδιο είναι σαν τον θεό Ιανό, έχει δύο πρόσωπα. Στη σωστή δοσολογία είναι απολύτως απαραίτητο και ωφέλιμο για τον οργανισμό μας. Οταν είναι λιγότερο ή περισσότερο από όσο χρειαζόμαστε, αρχίζουν τα προβλήματα. Ας μην ξεχνάμε ότι η πρόσληψή του δεν γίνεται μόνο μέσω των τροφών. Βρίσκεται κρυμμένο σε πολλά φάρμακα, ακόμα και σε οδοντόκρεμες! Γι’ αυτό και οι ενδοκρινολόγοι εντάσσουμε ολοένα και περισσότερο τη διατροφή στην αγωγή για την αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα. Ο κανόνας είναι: όχι πολλά λιπαρά, ελάχιστο κρέας, δραστικός περιορισμός ζάχαρης και προϊόντων από λευκό αλεύρι, κατανάλωση πολλών λαχανικών και ψαριών. Ψευδάργυρος, σίδηρος, σελήνιο, βιταμίνη D και ιώδιο είναι απαραίτητα για να λειτουργήσει σωστά ο θυρεοειδής. Χωρίς αυτά –αν δεν υπάρχουν σε επαρκείς ποσότητες και αν δεν απορροφούν– το οικοδόμημα αρχίζει να καταρρέει», εξηγεί ο κ. Ντούντας.
Πρόληψη δεν υπάρχει. «Ακόμα κι αν ξέρεις ότι θα εμφανίσεις κάποιο αυτοάνοσο νόσημα σε έναν μήνα, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για να το αποτρέψεις. Η έγκαιρη διάγνωση όμως είναι πολύτιμη για να καταφέρουμε να το “κοιμήσουμε”, να επιβραδύνουμε την εξέλιξή του», επισημαίνει ο Πέτρος Σφηκάκης. Οσο για τις θεραπείες, είναι ποικίλες και εξαρτώνται, κάθε φορά, από τη φύση του νοσήματος. «Ειδικά στον τομέα της Ρευματολογίας, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει τεράστια πρόοδος στην κατανόηση της παθογένειας – άρα και στη θεραπεία της χρόνιας φλεγμονής», συνεχίζει.
Τα αντισώματα
«Χάρη στις βιολογικές θεραπείες σήμερα εξασφαλίζεται ύφεση στη συντριπτική πλειονότητα των ασθενών με ψωρίαση, ρευματοειδή και ψωριασική αρθρίτιδα. Οι βιολογικές θεραπείες (που δεν είναι χημικές ενώσεις αλλά αντισώματα παρασκευασμένα στο εργαστήριο) έχουν στοχευμένη δράση: αδρανοποιούν συγκεκριμένες ουσίες οι οποίες είναι κεντρικοί “παίκτες” στον φαύλο κύκλο της φλεγμονής. Για να δημιουργηθεί μια φλεγμονή δεν αρκεί μια ουσία, χρειάζονται χιλιάδες – σαν μια μεγάλη ορχήστρα. Αν πυροβολήσεις τον μαέστρο, το κοντσέρτο δεν μπορεί να συνεχιστεί». Κι επειδή πολύς λόγος γίνεται τελευταία για εναλλακτικές θεραπείες που δήθεν βοηθούν στην αντιμετώπιση πολλών αυτοάνοσων νοσημάτων, ο πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ είναι σαφής: «Δυστυχώς, καμιά εναλλακτική θεραπεία δεν έχει την παραμικρή επίδραση σε κανένα αυτοάνοσο νόσημα. Ας σταματήσει αυτή η επικίνδυνη ιδεοληψία».
Κατ’ αρχάς, τι σημαίνει αυτοανοσία; «Οποιος έχει θετικές αιματολογικές εξετάσεις για τα λεγόμενα “αντιπυρηνικά αντισώματα” ή για άλλα αυτοαντισώματα που υποδηλώνουν την παρουσία αυτοανοσίας δεν ασθενεί απαραιτήτως, άρα δεν χρειάζεται ιατρική παρακολούθηση και θεραπεία. Ανω του 10% των γυναικών και 5-10% των ανδρών έχουν γεννηθεί με αυτοανοσία, με ιδιαιτερότητα δηλαδή του ανοσολογικού (ή αμυντικού) τους συστήματος, ωστόσο δεν είναι όλοι ασθενείς.
Ο μηχανισμός
Τι σημαίνει αυτή η ιδιαιτερότητα; Το φυσιολογικό ανοσολογικό σύστημα που είναι προορισμένο να μας προστατεύει από εχθρούς, εξωτερικούς και εσωτερικούς, δεν αντιδρά ποτέ εναντίον του εαυτού του, έχει αυτό που ονομάζεται ανοσολογική ανοχή, έχει το “γνώθι σαυτόν”. Αντιδρά μόνο εναντίον των… εισβολέων που έρχονται από το περιβάλλον και μας απειλούν (μικρόβια, ιοί, αλλεργιογόνα μέχρι ρινίσματα σιδήρου), ή από μέσα μας (όπως ο παραλλαγμένος εαυτός μας, ο καρκίνος, που προκύπτει από τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των νεοπλασματικών κυττάρων)», εξηγεί ο καθηγητής Πέτρος Σφηκάκης, πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και διευθυντής της Α΄ Προπαιδευτικής Κλινικής & Μονάδας Ρευματολογίας στο Νοσοκομείο «Λαϊκό».
«Στους ανθρώπους που έχουν αυτοανοσία, όμως, το ανοσολογικό σύστημα χάνει το “γνώθι σαυτόν”, σταματά δηλαδή να αναγνωρίζει ένα ή περισσότερα από τα φυσιολογικά συστατικά του οργανισμού ως “εαυτό” και αναπτύσσει διάφορους μηχανισμούς (ένας είναι τα αυτοαντισώματα) που εάν επιτεθούν στον εαυτό μας προκύπτουν τα αυτοάνοσα νοσήματα. Ευτυχώς, μόνο κάποιοι από τους μηχανισμούς του ανοσολογικού (όχι όλοι), χάνουν το “γνώθι σαυτόν” και ευτυχώς οι υπόλοιποι τους κρατούν σε αδράνεια. Ετσι, δεν προκύπτει νόσημα. Οταν, όμως, οι ισορροπίες διαταραχθούν και οι μηχανισμοί αυτοί ενεργοποιηθούν, αρχίζουν η φλεγμονή και η κλινική συμπτωματολογία των αυτοάνοσων νοσημάτων», συνεχίζει ο κ. Σφηκάκης.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα χωρίζονται σε οργανοειδικά (ένα όργανο, ένας ιστός προσβάλλεται), όπως η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, o σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, η λεύκη, και σε συστηματικά (προσβάλλονται δύο ιστοί ή και περισσότεροι), όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο λύκος, το σκληρόδερμα. «Σπάνια είναι “ορφανά”. Δηλαδή δεν εμφανίζεται μόνο ένα. Οταν είναι πάνω από δύο, συνήθως το ένα αφορά τις αρθρώσεις», διευκρινίζει ο καθηγητής Σφηκάκης. Η παθογένεια αυτών των νοσημάτων δυστυχώς παραμένει σκοτεινή, αν και οι επιστήμονες με σιγουριά μιλούν για κάποιους επιβαρυντικούς παράγοντες που –με δεδομένο το υπόβαθρο της προδιάθεσης– ευθύνονται για την πυροδότησή τους. «Το κάπνισμα είναι μακράν το πρώτο», τονίζει ο κ. Σφηκάκης.
«Δρα κατευθείαν στο ανοσολογικό σύστημα, αλλάζει σημαντικές διεργασίες του και προκαλεί απώλεια της ανοσολογικής ανοχής. Τα οιστρογόνα θεωρούνται παράγοντες πυροδότησης για κάποιες μορφές αυτοανοσίας. Οπως και (σπάνια) κάποια φάρμακα. Η υπερβολική έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία επίσης ενοχοποιείται. Αλλά πάντα πρέπει να υπάρχει το υπόστρωμα της γενετικής προδιάθεσης. Κανόνας δεν υπάρχει, κάθε άνθρωπος αντιδρά διαφορετικά. Ο μόνος κανόνας –ποτέ δεν θα κουραστώ να το επαναλαμβάνω– αφορά το κάπνισμα».
«Προτιμούν» τις γυναίκες
Είναι γεγονός ότι τα αυτοάνοσα «προτιμούν» τις γυναίκες. «Ειδικά στην αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα, που πλέον έχει πάρει διεθνώς διαστάσεις επιδημίας, η σχέση γυναικών-ανδρών είναι 10 προς 1· εκεί φαίνεται ότι τα οιστρογόνα παίζουν σημαντικό ρόλο», λέει ο καθηγητής Ενδοκρινολογίας στο γερμανικό πανεπιστήμιο της Ουλμ Λεωνίδας Ντούντας, της Μονάδας Ενδοκρινολογίας, Διαβήτη και Μεταβολισμού του Ευγενιδείου Θεραπευτηρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και αυτές οι παθήσεις πυροδοτούνται –πάνω σε γενετικό, πάντα, υπόβαθρο– από περιβαλλοντικούς παράγοντες.
«Η αυξημένη πρόσληψη ιωδίου μέσω των τροφών, η διατροφή γενικότερα, και το στρες είναι οι κυριότεροι», τονίζει. Ειδικά όσον αφορά το ιώδιο, ένοχος είναι το αλάτι! «Για να καταπολεμηθεί η ιωδιοπενία που υπήρχε παλαιότερα στην ηπειρωτική Ελλάδα και οδηγούσε σε πολλά περιστατικά βρογχοκήλης, ιωδιοποιήθηκε το αλάτι. Και το ιώδιο είναι σαν τον θεό Ιανό, έχει δύο πρόσωπα. Στη σωστή δοσολογία είναι απολύτως απαραίτητο και ωφέλιμο για τον οργανισμό μας. Οταν είναι λιγότερο ή περισσότερο από όσο χρειαζόμαστε, αρχίζουν τα προβλήματα. Ας μην ξεχνάμε ότι η πρόσληψή του δεν γίνεται μόνο μέσω των τροφών. Βρίσκεται κρυμμένο σε πολλά φάρμακα, ακόμα και σε οδοντόκρεμες! Γι’ αυτό και οι ενδοκρινολόγοι εντάσσουμε ολοένα και περισσότερο τη διατροφή στην αγωγή για την αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα. Ο κανόνας είναι: όχι πολλά λιπαρά, ελάχιστο κρέας, δραστικός περιορισμός ζάχαρης και προϊόντων από λευκό αλεύρι, κατανάλωση πολλών λαχανικών και ψαριών. Ψευδάργυρος, σίδηρος, σελήνιο, βιταμίνη D και ιώδιο είναι απαραίτητα για να λειτουργήσει σωστά ο θυρεοειδής. Χωρίς αυτά –αν δεν υπάρχουν σε επαρκείς ποσότητες και αν δεν απορροφούν– το οικοδόμημα αρχίζει να καταρρέει», εξηγεί ο κ. Ντούντας.
Πρόληψη δεν υπάρχει. «Ακόμα κι αν ξέρεις ότι θα εμφανίσεις κάποιο αυτοάνοσο νόσημα σε έναν μήνα, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για να το αποτρέψεις. Η έγκαιρη διάγνωση όμως είναι πολύτιμη για να καταφέρουμε να το “κοιμήσουμε”, να επιβραδύνουμε την εξέλιξή του», επισημαίνει ο Πέτρος Σφηκάκης. Οσο για τις θεραπείες, είναι ποικίλες και εξαρτώνται, κάθε φορά, από τη φύση του νοσήματος. «Ειδικά στον τομέα της Ρευματολογίας, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει τεράστια πρόοδος στην κατανόηση της παθογένειας – άρα και στη θεραπεία της χρόνιας φλεγμονής», συνεχίζει.
Τα αντισώματα
«Χάρη στις βιολογικές θεραπείες σήμερα εξασφαλίζεται ύφεση στη συντριπτική πλειονότητα των ασθενών με ψωρίαση, ρευματοειδή και ψωριασική αρθρίτιδα. Οι βιολογικές θεραπείες (που δεν είναι χημικές ενώσεις αλλά αντισώματα παρασκευασμένα στο εργαστήριο) έχουν στοχευμένη δράση: αδρανοποιούν συγκεκριμένες ουσίες οι οποίες είναι κεντρικοί “παίκτες” στον φαύλο κύκλο της φλεγμονής. Για να δημιουργηθεί μια φλεγμονή δεν αρκεί μια ουσία, χρειάζονται χιλιάδες – σαν μια μεγάλη ορχήστρα. Αν πυροβολήσεις τον μαέστρο, το κοντσέρτο δεν μπορεί να συνεχιστεί». Κι επειδή πολύς λόγος γίνεται τελευταία για εναλλακτικές θεραπείες που δήθεν βοηθούν στην αντιμετώπιση πολλών αυτοάνοσων νοσημάτων, ο πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ είναι σαφής: «Δυστυχώς, καμιά εναλλακτική θεραπεία δεν έχει την παραμικρή επίδραση σε κανένα αυτοάνοσο νόσημα. Ας σταματήσει αυτή η επικίνδυνη ιδεοληψία».
Πηγή Καθημερινή