Με ένα πενιχρο επίδομα και αυξημένες δαπάνες, οι άνθρωποι με ειδικές ανάγκες καλούνται να κερδίσουν μια θέση στην αγορά εργασίας.
Η ένταξή τους όμως στο εργασιακό περιβάλλον έχει τα χαρακτηριστικά μιας άνισης μάχης εφόσον τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι που ανήκουν στα ΑμεΑ, τους καθιστούν λιγότερο ανταγωνιστικούς. Ακόμη και στην περίπτωση που καταφέρουν να προσληφθούν, αντιμετωπίζουν δυσπιστία και αναλγησία ακόμη και από τους ίδους τους τους συναδέλφους.
Στο καινούριο της κείμενο, η Λίζα Δράκου τονίζει ότι η καθημερινότητα για τα άτομα με ειδικές ανάγκες αποτελεί αγώνα που δεν σταματάει ποτέ, ενώ προτείνει λύσεις για τη βελτίωση των συνθηκών εύρεσης και διατήρησης εργασίας από ΑμεΑ.
Λίζα Δράκου
“Αμέα και Εργασία στον Ιδιωτικό Τομέα. Δυνατότητες και Τρικλοποδιές”
Ένα πενιχρό επίδομα.
Το ποσό των 313 ευρώ μηνιαίως λαμβάνουν από το κράτος τα άτομα με διαβήτη τύπου 1, ποσό που δεν έχει αυξηθεί από το 2011!
Πρόκειται για το επίδομα βαριάς αναπηρίας, το οποίο χορηγείται σε διαβητικούς, εφόσον κριθεί από τα ΚΕΠΑ ότι το ποσοστό αναπηρίας τους να είναι από 50% και πάνω, και είναι η μόνη οικονομική παροχή που λαμβάνουν από το κράτος. Πρόκειται για το ίδιο προνοιακό επίδομα που χορηγείται σε άτομα που πάσχουν από άλλες νόσους, εφόσον κριθεί ότι το ποσοστό αναπηρίας τους ξεπερνά το 67%.
Ανάγκη για εργασία.
Είναι λοιπόν αναγκαίο ο διαβητικός, όπως και οι υπόλοιπες κατηγορίες ΑμεΑ, αργά η γρήγορα να αναζητήσει εργασία. Του είναι απαραίτητη, όχι μόνο για να εξασφαλίσει τα προς το ζην, αλλά και για να ασφαλιστεί, να συγκεντρώσει τα ένσημα που θα του επιτρέψουν μελλοντικά να συνταξιοδοτηθεί, ακόμη και για να κάνει κοινωνικές επαφές.
Οι δυσκολίες ξεκινούν από τη στιγμή που ο ΑμεΑ ξεκινά να αναζητά εργασία.
Το να βγει όμως ένα άτομο με αναπηρία στην αγορά εργασίας, σε μια χώρα που ουσιαστικά βρίσκεται υπό πτώχευση και μαστίζεται από ανεργία, ενέχει τα δικά του προβλήματα. Αρχικά, η αναζήτηση εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, σημαίνει τον ανταγωνισμό με πλήθος ανέργων που διαθέτουν τα ίδια ή και παραπάνω προσόντα.
Η επόμενη λύση είναι να απευθυνθεί στον ΟΑΕΔ. Σε αυτήν την περίπτωση, θα πρέπει να έχει κάνει εγγραφή ως άνεργος ΑμεΑ και να παρακολουθεί συνεχώς τις νέες προκηρύξεις. Το 2017, ο ΟΑΕΔ είχε ανακοινώσει ένα πρόγραμμα που απευθυνόταν σε 2000 ανέργους που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, επιδοτώντας επιχειρηματίες προκειμένου να προσλάβουν και ΑμεΑ. Ωστόσο η ανταπόκριση των επιχειρηματιών ήταν χαμηλή, για πολλούς και διάφορους λόγους που θα εξετάσουμε παρακάτω.
Είναι αυξημένες οι απαιτήσεις της αγοράς.
Η αγορά εργασίας σήμερα, ζητά νεαρής ηλικίας άτομα, με υψηλή κατάρτιση και καλή επαφή με τα ηλεκτρονικά μέσα.
Πράγματι, τα νέα παιδιά, παρά τα προβλήματα υγείας που μπορεί να έχουν, αποφοιτούν με επιτυχία από σοβαρές σχολές, εκπονούν μεταπτυχιακές εργασίες και θα μπορούσαν να διεκδικήσουν θέσεις εργασίας αν δεν υπήρχαν τα εμπόδια προσβασιμότητας και η προκατάληψη.
Τι συμβαίνει όμως με τους μεγαλύτερους σε ηλικία ΑμεΑ;
Εδώ ταιριάζει απόλυτα το «σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν».
Οι ΑμεΑ που είναι άνω των 50, δεν είναι εξοικειωμένοι με τους υπολογιστές, ενώ η ασθένειά τους συχνά τους προκαλεί πρόσθετη ανασφάλεια, καθώς οι χρόνιες νόσοι με την πάροδο των ετών παρουσιάζουν επιπλοκές. Έτσι, όταν ένας τέτοιος άνθρωπος χάσει τη δουλειά του, δύσκολα επανέρχεται στον εργασιακό στίβο, με αποτέλεσμα να αποκλείεται ουσιαστικά από τον ιδιωτικό τομέα.
Ποιά είναι όμως η αντίδραση των επιχειρηματιών;
Οι Έλληνες επιχειρηματίες αποφεύγουν να προσλάβουν άτομα με αναπηρία λόγω της δυσπιστίας που τους διακατέχει, κυρίως εξαιτίας της άγνοιας. Φοβούνται ότι προσλαμβάνοντας ένα άτομο με ειδικές ανάγκες θα φορτωθούν ένα πρόβλημα, το οποίο δεν ξέρουν κατά πόσο θα τους προκαλέσει μπελάδες στην εργασία και στη σχέση τους με τους πελάτες.
Είναι γεγονός ότι στην Ελληνική πραγματικότητα, όταν ο μέσος πολίτης ακούει τον όρο ΑμεΑ, αναγνωρίζει μόνο τα άτομα με κινητική αναπηρία, ενώ δεν έχει στην άμεση αντίληψή του τις άλλες ομάδες που αποτελούνται από διαβητικούς, ασθενείς με κρον, λύκο ή διπολική διαταραχή κλπ.
Έτσι, πολλές φορές, οι ασθενείς με χρόνια νοσήματα επιλέγουν να κρύβουν τη νόσο τους προκειμένου να προσληφθούν, ενώ υπερβάλλουν ως προς τις δυνατότητές τους, από άγχος μη γίνουν αντιληπτοί και απολυθούν.
Και όταν επιτέλους βρεθεί η πολυπόθητη δουλειά
Όταν δε, ένα άτομο με ειδικές ανάγκες καταφέρει να προσληφθεί, η πρόνοια που του αναλογεί όταν εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα είναι 6 επιπλέον ημέρες άδεια το χρόνο. Εξαίρεση αποτελούν οι πολυμεταγγιζόμενοι και οι ασθενείς που κάνουν αιμοκάθαρση.
Αντίθετα, στο δημόσιο τομέα οι παροχές είναι περισσότερες, εφόσον για τα ΑμεΑ και τους γονείς ΑμεΑ, το ωράριο είναι μειωμένο κατά μία ώρα.
Επιπλέον, πρόβλημα παρουσιάζεται με τις υποδομές των κτηρίων ως προς την προσβασιμότητα σε άτομα με κινητικά προβλήματα, μιας και ράμπες για καροτσάκια, ευρύχωρα ασανσέρ και τουαλέτες με κατάλληλες προδιαγραφές για αναπήρους υπάρχουν μόνο στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.
Ένα μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι ΑμεΑ, είναι η αναλγησία και η πίεση για εντατική δουλειά, ενώ έχουν συνεχώς το άγχος της απόλυσης. Δυσπιστία όμως εκτός από τους εργοδότες δείχνουν και οι συνάδελφοι.
Η Β.Δ., διαβητική, καταγγέλλει: «Εργάζομαι σε μεγάλη εταιρία ως τηλεφωνήτρια. Πολλές φορές και παραπάνω ώρες από όσες πληρώνομαι. Το μόνο που ζητώ είναι δέκα λεπτά παραπάνω διάλειμμα όταν χρειάζεται λόγω της υπογλυκαιμίας για να φάω κάτι. Αλλά, όσες φορές το ζήτησα, μου απάντησαν ότι δεν προλαβαίνει κάποιος να με καλύψει. Έχω απελπιστεί. Δε θέλω να χάσω τη δουλειά μου. Ήμουν 2 χρόνια άνεργη.»
Αποχαιρετάμε και το προνοιακό επίδομα
Από την άλλη πλευρά, το προνοιακό επίδομα κόβεται προσωρινά για όσο χρόνο εργάζεται το άτομο ΑμεΑ, παρ’ ότι δεν αποτελεί μισθό, αλλά υποτίθεται ότι καλύπτει τις επιπλέον ανάγκες του για διαχείρηση της νόσου. Έτσι του στερεί τη δυνατότητα να αναζητήσει εργασία με λιγότερες ώρες ώστε να μπορεί να αντεπεξέλθει καλύτερα.
Ποιά είναι τελικά η λύση;
Η πρότασή μας ωστόσο δεν είναι ο ΑμεΑ να απογοητευτεί και να μην αναζητήσει εργασία, αφού είναι εντελώς απαραίτητη για την ένταξή του στον κοινωνικό ιστό. Κι αυτό πρέπει να το πάρουν πολύ σοβαρά και οι γονείς που φοβούνται μήπως η επαφή με το εργασιακό περιβάλλον πληγώσει τα παιδιά ΑμεA.
Οι παρακάτω προτάσεις αφορούν την ένταξη των ατόμων ΑμεΑ στην αγορά εργασίας αλλά και την αντιμετώπισή τους ως ίσους εργαζόμενους, πάντα με ευαισθησία στις ιδιαίτερες ανάγκες τους.
- Ενημέρωση από φορείς, για τη διαφορετικότητα και την αναπηρία σε σχολεία και επιχειρήσεις. Μόνο έτσι θα πάψουν να φοβούνται τον εργαζόμενο ΑμεΑ. Παράδειγμα αποτελεί ο Σ.Κ.Ε.Π με τη δράση του.
- Εναρμόνιση των διατάξεων περί αδειών κλπ που ισχύουν στο δημόσιο, με αυτές του ιδιωτικού τομέα.
- Ενισχυση της δράσης της Επιθεώρησης Εργασίας, που πρέπει να στέκεται δίπλα στον ΑμεΑ.
- Αυστηριοποίηση των διατάξεων που αφορούν την απόλυση εργαζομένου με αναπηρία.
- Πρόσθετα κίνητρα στις επιχειρήσεις για την πρόσληψη και τη διατήρηση θέσεων ΑμεΑ.
- Οργάνωση δράσεων για την κατάρτιση και την επαφή με τα ηλεκτρονικά μέσα ειδικά των μεγαλύτερων σε ηλικία.
- Τέλος, παροχή του προνοιακού επιδόματος βαριάς αναπηρίας σε όλους ανεξαιρέτως τους εργαζόμενους ΑμεΑ.