Γιατί είναι τόσο ακριβή η ινσουλίνη για τους ασθενείς ανά τον κόσμο; Γιατί, ενώ είναι ένα φάρμακο που πωλείται κατά κόρον και που τα περισσότερα είδη της δεν είναι πλέον πατενταρισμένα, παραμένει τόσο υπερβολικά ακριβή; Οι ερωτήσεις είναι απλές, οι απαντήσεις όμως είναι πολλές και πολύπλοκες. Σε αυτό το άρθρο θα σας παρουσιάσουμε λεπτομερώς μερικές από τις απαντήσεις.
Μόνο 3 εταιρίες ελέγχουν το 90% της Παγκόσμιας Αγοράς της Ινσουλίνης
Οι τρεις μεγάλες εταιρίες παραγωγής ινσουλίνης – η Eli Lilly, η Novo Nordisk και η Sanofi – κυριαρχούν στο 90% της παγκόσμιας αγοράς της ινσουλίνης. Είναι συχνό φαινόμενο μια χώρα να προμηθεύεται ινσουλίνη μόνο από μία από αυτές τις εταιρίες, πράγμα που σημαίνει ότι, λίγο πολύ, η εταιρία αυτή έχει το μονοπώλιο και μπορεί να διαμορφώσει τις τιμές όπως θέλει. Σε άλλες χώρες, συγκεκριμένα στην Κίνα και την Ινδία, λειτουργούν και εγχώριες εταιρίες παραγωγής ινσουλίνης, γεγονός που διατηρεί τις τιμές σε χαμηλά επίπεδα. Αυτό σημαίνει ότι χρειαζόμαστε περισσότερες εταιρίες σε αγορές όπως αυτή των ΗΠΑ, ώστε να πέσουν οι τιμές. Θα ασχοληθούμε με αυτό λίγο παρακάτω.Δεν υπάρχουν γενόσημες μορφές ινσουλίνης
Κάθε φορά που θέτουμε το θέμα της γενόσημης ινσουλίνης, ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα ακόμη περίπλοκο θέμα. Η ινσουλίνη είναι ένα θεραπευτικό βιολογικό προϊόν και όχι ένα χημικό συνθετικό προϊόν. Αυτό σημαίνει ότι το γενόσημό της δεν μπορεί να δημιουργηθεί με τον ίδιο τρόπο που δημιουργούνται άλλα φάρμακα. Η κατασκευή του λεγόμενου βιοπαρόμοιου είναι πολύ πιο πολύπλοκη και δαπανηρή από ότι η αναπαραγωγή ενός χημικού μορίου. Επιπλέον, η αγορά δεν προσφέρει κίνητρα για την παραγωγή βιοπαρόμοιων, μιας και διαδικασία κοστίζει το ίδιο με την παραγωγή ενός καινούριου φαρμάκου. Οι εταιρίες πρέπει να περάσουν από όλα τα στάδια έγκρισης και να κάνουν όλες τις δοκιμές που είναι απαραίτητο να γίνουν για να βγει στην αγορά ένα νέο φάρμακο. Επιπλέον, οι βιοπαρόμοιες ινσουλίνες που κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή στην αγορά – που κατά κύριο λόγο παράγονται από τις γνωστές τρεις μεγάλες εταιρίες – είναι οικονομικότερες μόλις κατά 10-15%.
Διακανονισμοί Καθυστερήσεως μετά πληρωμής και δικαστικές διαμάχες
Ένας διακανονισμός καθυστερήσεως μετά πληρωμής, είναι μια συμφωνία κατά την οποία ένας παραγωγός γενόσημων φαρμάκων (στην περίπτωση της ινσουλίνης, ενός βιοπαρόμοιου), αναγνωρίζει την πατέντα που έχει κατοχυρώσει μια φαρμακευτική εταιρία και συμφωνεί να αναβάλλει την κυκλοφορία του προϊόντος του για ένα χρονικό διάστημα. Ως αντάλλαγμα, η εταιρία που έχει την πατέντα παραχωρεί ένα ποσό στην εταιρία που παράγει το γενόσημο. Αυτό σημαίνει ότι είναι νόμιμο για μια εταιρία παραγωγής ινσουλίνης, να πληρώσει μια άλλη εταιρία, προκειμένου να την διατηρήσει εκτός της αγοράς φαρμάκων. Πριν από λίγα χρόνια, η εταιρία Merck, ανακοίνωσε τα σχέδιά της να κυκλοφορήσει στην αγορά μια βιοπαρόμοια εκδοχή του Lantus της Sanofi. Η Sanofi προχώρησε σε αγωγή, και τελικώς η Merck ανακοίνωσε ότι θα σταματούσε την παραγωγή του βιοπαρόμοιου, κατά πάσα πιθανότητα αφού είχε λάβει χρήματα από τη Sanofi. Ακόμη και αν οι διακανονισμοί καθυστερήσεως μετά πληρωμής δεν λειτουργήσουν, οι τρεις μεγάλες εταιρίες μπορούν να κάνουν αγωγή στις μικρότερες, θέτοντάς τες στην ουσία εκτός αγοράς, εφόσον η διαδικασία είναι δαπανηρή από άποψη χρημάτων και από άποψη χρόνου. Όπως και να ‘χει, από αυτήν την κατάσταση οι εταιρίες κερδίζουν ενώ οι ασθενείς χάνουν.
Πατέντες
Γιατί δεν βλέπουμε περισσότερες εταιρίες να παράγουν ινσουλίνη; Αν και υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό, ο πιο σημαντικός είναι η στρατηγική της διαιώνισης της πατέντας. Η πατέντα δίνει σε ένα άτομο ή σε μια εταιρία το δικαίωμα του μονοπωλίου σε μια καινοτομία για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Στις ΗΠΑ το διάστημα αυτό είναι συνήθως 20 χρόνια. Η Humalog, η Lantus και άλλες ινσουλίνες προηγουμένων γενεών πλέον δεν καλύπτονται από πατέντες, όπως δεν καλύπτονται και ακόμη παλαιότερες ζωικές ινσουλίνες. Τι συμβαίνει λοιπόν; Οι φαρμακευτικές εταιρίες εκμεταλλεύονται «παραθυράκια» στο Αμερικανικό δίκαιο ώστε να δημιουργήσουν ένα προστατευτικό «τείχος» από πατέντες γύρω από τα φάρμακά τους, προκειμένου να διατηρήσουν την αποκλειστικότητα διάθεσης για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα (η διαδικασία αυτή ονομάζεται evergreening). Η τακτική αυτή αποτρέπει τον ανταγωνισμό με αποτέλεσμα οι τιμές να παραμένουν υψηλές για δεκαετίες. Οι φίλοι μας στην I-MAK, πρόσφατα μας απέδειξαν ότι η Sanofi, που παράγει τη Lantus, δεν αποτελεί εξαίρεση. Μόνο και μόνο για τη Lantus, η Sanofi έχει κάνει αίτηση για 74 πατέντες, που σημαίνει ότι η εταιρία έχει πιθανόν εξασφαλίσει μονοπώλιο χωρίς ανταγωνισμό για τουλάχιστον 37 χρόνια.
Πολιτική
Οι εταιρίες δεν συνηθίζουν να πετάνε χρήματα, και δεν συνηθίζουν να μένουν αμέτοχες όσον αφορά την πολιτική. Η Eli Lilly, η Novo Nordisk, και η Sanofi μαζί, συγκεντρώνουν δισεκατομμύρια δολάρια σε κέρδη. Όχι εκατομμύρια, αλλά ΔΙΣ-εκατομμύρια. Γνωρίζουμε ότι αυτές οι εταιρίες διαθέτουν εκατομμύρια δολάρια στη διαφήμιση, τα διαθέτουν όμως και για άσκηση επιρροής στους πολιτικούς και τα προσφέρουν ως δωρεές προς αυτούς που λαμβάνουν αποφάσεις, ώστε να κρατάνε το στόμα τους κλειστό σχετικά με την αύξηση των τιμών. Μπορείτε εύκολα να διαπιστώσετε ποιοι υπεύθυνοι λαμβάνουν χρηματοδότηση από κάποια από τις τρεις μεγάλες εταιρίες παραγωγής ινσουλίνης ή από οποιαδήποτε φαρμακευτική εταιρία. Επιπλέον, μπορούμε να αναφέρουμε και το πάρε – δώσε μεταξύ των φαρμακευτικών εταιριών και των πολιτικών θέσεων της Αμερικανικής κυβέρνησης. Ο τωρινός Υπουργός Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών των ΗΠΑ, ήταν παλαιότερα στέλεχος της Eli Lilly. Προφανώς συμφέρον του δεν είναι να αποφασίζει με γνώμονα το λαό, αλλά με το τι θα του επιφέρει μεγαλύτερη δύναμη. Αυτός είναι ο λόγος που είναι τόσο σημαντικό να ακούγονται οι φωνές ανεξαρτήτων ασθενών.
Προκαθορισμός τιμών
Τα γραφήματα λίγο πολύ λένε τα λένε όλα.
Γραφήματα που δείχνουν την αύξηση τιμών στην ινσουλίνη
Αυτή τη στιγμή ετοιμάζονται διάφορες μηνυτήριες αναφορές που κάνουν λόγο για προκαθορισμό τιμών.
Αθέμιτες στρατηγικές προώθησης των προϊόντων των Φαρμακευτικών
Στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες, οι γιατροί επιτρέπεται να λαμβάνουν χρήματα από φαρμακευτικές εταιρίες για ομιλίες, συμβουλές και άλλα. Τα χρήματα αυτά, υποτίθεται ότι προσφέρονται ως αμοιβή για την ειδικότητά τους και για το χρόνο τους. Ωστόσο, κάτι τέτοιο μπορεί να καταλήξει σε προτίμηση, από μέρος του γιατρού, κάποιας εταιρίας, και να επηρεάσει την κρίση του ως προς το ποια φάρμακα συνταγογραφεί. Αυτήν την πεποίθηση την έχουν και οι πωλητές των φαρμακευτικών εταιριών. Σε χώρες όπως η Ινδία, οι γιατροί έχουν το δικαίωμα να πουλάνε φάρμακα και να βγάζουν κέρδος από πωλήσεις απευθείας σε ασθενείς, ή μέσω φαρμακευτικών εταιριών που ανήκουν στους ίδιους, βγάζοντας έτσι απ’ έξω τους μεσάζοντες και τις εταιρίες λιανικής πώλησης. Οι εταιρίες παραγωγής ινσουλίνης εστιάζουν την προσοχή τους και στις «αρχικές ινσουλίνες», δηλαδή στην ινσουλίνη που προτείνει ο γιατρός, σε ασθενείς που έχουν πρωτοδιαγνωστεί με διαβήτη. Καθότι οι ασθενείς διστάζουν να αλλάξουν την ινσουλίνη τους, προσφέρονται διάφορα κίνητρα, ώστε να επηρεαστεί αυτή η απόφαση.
Πληρωμή με σκοπό την Επιρροή (ή την σιωπή)
Πολλοί άνθρωποι που παίζουν βασικό ρόλο στον επηρεασμό και τη λήψη αποφάσεων, καθώς και οργανισμοί υπεράσπισης των ασθενών, λαμβάνουν χρήματα από φαρμακευτικές. Για παράδειγμα, οι δύο μεγαλύτεροι οργανισμοί για το Διαβήτη – η Αμερικανική Ένωση Διαβήτη και το Ίδρυμα Ερευνών σχετικά με τον Εφηβικό Διαβήτη – έχουν κατά καιρούς λάβει υπέρογκα ποσά από εταιρίες παραγωγής ινσουλίνης. Άλλοι οργανισμοί έχουν δημιουργηθεί εξ’ ολοκλήρου με χρηματοδότηση των «μεγάλων τριών», όπως για παράδειγμα το World Diabetes Foundation (Διεθνές Ίδρυμα για το Διαβήτη), που χρηματοδοτείται από τη Novo Nordisk και από άλλες δήθεν ομάδες επιρροής, που όμως κάνουν τα θελήματα των φαρμακευτικών εταιριών, ή τουλάχιστον επηρεάζονται από αυτές σε μεγάλο βαθμό. Αν σας ενδιαφέρει αυτό το ζήτημα, μπορείτε να ελέγξετε ποιοι χρηματοδοτούν οργανισμούς που ενδιαφέρεστε να υποστηρίξετε. Αν δεν τηρούν πολιτική διαφάνειας, καλό είναι να αναρωτηθείτε αν λαμβάνουν χρήματα από τη φαρμακευτική βιομηχανία.
Τι μπορεί να γίνει;
Το πρόβλημα της αύξησης της τιμής της ινσουλίνης προκαλεί πρόβλημα για ασθενείς σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι πλέον αντιδρούν. Ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, όπου οι τιμές έχουν εκτοξευτεί, η αντίδραση αυτή οργανώνεται με τη δημιουργία Διεθνών Τμημάτων για το Διαβήτη Τύπου 1, που η λειτουργία τους βασίζεται σε εθελοντική εργασία.
Πηγή: A Sweet Life