Η τέχνη ως μέσο θεραπείας

Η τέχνη ως μέσο θεραπείας
Η τέχνη ως μέσο θεραπείας

Πριν λίγες μέρες, το Περιφερειακό Γραφείο της Ευρώπης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ασχολήθηκε εκτενώς με το θέμα της τέχνης. Σε νέα έκθεση που συνέταξε, διερευνά το κατά πόσο η τέχνη θα μπορούσε να αποτελέσει μια αποτελεσματική μορφή θεραπείας και το συμπέρασμα είναι θετικό.
Η θεραπεία μέσω της τέχνης δεν είναι κάτι το καινούριο. Για παράδειγμα, το περιοδικό Art Therapy κυκλοφορεί από το 1969, χρειάστηκαν όμως 50 χρόνια για να αντιληφθεί ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας το γεγονός ότι η τέχνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί με τέτοιο τρόπο.
Στο πέρας των χρόνων, οι επιστήμονες έχουν μελετήσει την τέχνη ως μέσο διατήρησης της ψυχολογικής και σωματικής υγείας. Στην έκθεσή του, ο ΠΟΥ μελέτησε τα αποτελέσματα περισσότερων από 900 εκθέσεων που είχαν σχέση με την θεραπεία μέσω της τέχνης και έβγαλε πόρισμα ότι όντως η τέχνη επηρεάζει την ψυχολογική και σωματική υγεία.
Η Girija Kaimal, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα θεραπείας μέσω της τέχνης του Πανεπιστημίου Drexel, αναφέρει ότι η έκθεση αυτή υποστηρίζει την ιδέα ότι η τέχνη μπορεί να είναι ένα ισχυρό θεραπευτικό εργαλείο. Όμως η Kaimal αναφέρει και ότι υπάρχουν μειονεκτήματα στην συγκεκριμένη έκθεση.
“Νομίζω ότι το γεγονός ότι χρηματοδοτείται από τον ΠΟΥ, ακόμη και αν πρόκειται για το περιφερειακό γραφείο της Ευρώπης, προσδίδει στην έκθεση μεγάλη αξιοπιστία και βαρύτητα. Πέρα από αυτό, δεν είμαι σίγουρη προσφέρει τίποτα στον τομέα της θεραπείας μέσω της τέχνης.”

Δεν αποτελούν όλες οι μορφές τέχνης θεραπεία

Η αναφορά ακολουθεί μια ευρύτερη θεώρηση σχετικά με το πως η τέχνη επηρεάζει την υγεία. Η “τέχνη” εξ ορισμού προϋποθέτει τη δημιουργία κάποιου είδους έργου τέχνης, όπως κάποιου πίνακα ή τη δημιουργία μουσικής. Ο ορισμός συμπεριλαμβάνει την κατανάλωση της τέχνης μέσω διαδικασιών όπως το να πηγαίνει κανείς σε ένα μουσείο ή σε ένα θεατρικό έργο.
Για παράδειγμα αναφέρουν ότι η ενασχόληση με τον πολιτισμό (δηλαδή το να πηγαίνει κανείς σε συναυλίες, μουσεία ή εκθέσεις) μπορεί να βοηθήσει στην διεύρυνση της γνωστικής εφεδρείας, μιας παραμέτρου που μετρά την ανθεκτικότητα του εγκεφάλου ενάντια στην παρακμή που σχετίζεται με την ηλικία. Όμως δίνουν έμφαση και σε έρευνες που αποδεικνύουν την ηρεμιστική επίδραση της μουσικής στα παιδιά κατά τη διάρκεια επισκέψεων στον οδοντίατρο, ή το πως η συμμετοχή σε μια χορωδία βελτίωσε τη διάθεση σε ένα μικρό αριθμό ασθενών που είχαν υποστεί βλάβη εξαιτίας εγκεφαλικού επεισοδίου.
Ένα θέμα που προκύπτει λόγω του τόσο διευρυμένου ορισμού, λέει η Kaimal, είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος να διαπιστωθεί πως χορηγήθηκε η “θεραπεία” στους ασθενείς. Για παράδειγμα, δεν ξεκαθαρίζεται αν έλαβαν θεραπεία μέσω της τέχνης, που συνήθως χορηγείται από επαγγελματίες, ή αν απλά πήγαν στο μουσείο.
Για την Kaimal αυτού του είδους η ασάφεια είναι “μεγάλο μειονέκτημα”.
Και εξηγεί ότι “όταν δεν συγκεκριμενοποιείς τα πράγματα, μπορεί να προκαλέσεις κακό γιατί αν οι άνθρωποι προσπαθούν να ρυθμίσουν μια συγκεκριμένη ασθένεια χωρίς να έχουν λάβει επαρκή εκπαίδευση και κατανόηση του πληθυσμού με τον οποίο εργάζονται, τότε ίσως η τέχνη να μην είναι πάντα η πιο κατάλληλη θεραπεία.”
Αυτό δεν σημαίνει ότι η ενασχόληση με την τέχνη σε μη-θεραπευτικό επίπεδο δεν έχει οφέλη, αλλά όταν πρόκειται για τη θεραπεία κλινικών παθήσεων, είναι σημαντικό τα πράγματα να είναι συγκεκριμένα.
Την ίδια άποψη εξέφρασε και η Elin Bjorling, συνιδρύτρια του Momentary Experience Lab του Πανεπιστημίου της Washington, που είπε “Θα ήταν ενδιαφέρον να διαπιστώσουμε σε ποιες περιπτώσεις είναι κατάλληλη η κάθε μορφή τέχνης. Πιθανόν να υπάρχουν μορφές τέχνης που να μην είναι κατάλληλες ή αποτελεσματικές για συγκεκριμένο πληθυσμό ή υπό συγκεκριμένες συνθήκες.”

Θα έπρεπε να σκεφτούμε να αρχίσουμε να τη χρησιμοποιούμε περισσότερο

Αν και δεν είναι αρκετά σαφής, η αναφορά προσκαλεί τους ειδικούς να διερευνήσουν το πόσο δυνατή μπορεί να είναι η τέχνη. Από πλευράς της, η Bjorling, σημειώνει ότι η τέχνη έχει σημαντική δυναμική που δεν έχει διερευνηθεί, ιδιαίτερα σε εφήβους.
Έρευνα που διενέργησε η ίδια, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα προγράμματα τέχνης μείωσαν τους πονοκεφάλους σε ένα μικρό δείγμα οκτώ έφηβων κοριτσιών. Με την παρακολούθηση του προγράμματος μειώθηκε η συχνότητα με την οποία είχαν πονοκεφάλους, και οι κοπέλες ανέφεραν ότι μειώθηκε το στρες που ένιωθαν τη συγκεκριμένη στιγμή, ωστόσο δεν μεταβλήθηκαν τα επίπεδα άγχους που ένιωθαν γενικά.
Η Bjorling δεν εκπλήσσεται που η τέχνη βοήθησε τα κορίτσια που πήραν μέρος στην έρευνα να αντιμετωπίσουν το άγχος, σημειώνει όμως ότι την εξέπληξε πόσο πολύ τις προσέλκυσε ως μέσο θεραπείας.
Έτσι η Bjorling πιστεύει ότι η τέχνη μπορεί να είναι μια πολύ αποτελεσματική παρέμβαση – όχι απλά επειδή οι έρευνες καταδεικνύουν την αποτελεσματικότητά της, αλλά επειδή πρόκειται για μια υγιής δραστηριότητα που θεραπεύει και που οι άνθρωποι κάνουν ευχάριστα. Αυτό είναι και το σημαντικό, ιδιαίτερα όταν κανείς δουλεύει με έφηβους.

“Αναδεικνύει τα προβλήματα του πολιτισμού μας, όπου συνήθως δεν σκεφτόμαστε καν να χρησιμοποιήσουμε την τέχνη.”

Σύμφωνα με την Kaimal, η έκθεση του ΠΟΥ αποτελεί μια καλή αρχή, ωστόσο υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει ώστε να καθιερωθεί η τέχνη ως μέσο θεραπείας.
“Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους η τέχνη μπορεί να βοηθήσει. Οι τρόποι αυτοί μπορεί να είναι συναισθηματικοί, ψυχολογικοί, σωματικοί ή πνευματικοί. Και αυτή ακριβώς είναι η δύναμη της τέχνης: μπορεί να σου δώσει ακριβώς αυτό που χρειάζεσαι για να βελτιώσεις την υγεία σου.”
Τώρα που αυτή η μορφή θεραπείας έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον του ΠΟΥ ίσως να δούμε περισσότερες έρευνες στο μέλλον.

Πηγή: inverse.com

Total
8
Shares
Σχετικά άρθρα