Επαναπροσδιορίζονται οι ευπαθείς ομάδες: Ο διαβήτης από μόνος του δεν αρκεί για χορήγηση ειδικής άδειας.

Νέα ΚΥΑ αλλάζει τον ορισμό των ευπαθών ομάδων. Ο διαβήτης από μόνος του δεν αρκεί για χορήγηση ειδικής άδειας.
Νέα ΚΥΑ αλλάζει τον ορισμό των ευπαθών ομάδων. Ο διαβήτης από μόνος του δεν αρκεί για χορήγηση ειδικής άδειας.

Επαναπροσδιορίζονται οι ευπαθείς ομάδες με νέα ΚΥΑ και διευκρινιστική εγκύκλιο των Υπουργείων Υγείας και Εσωτερικών. Με τις νέες διατάξεις, οι εργαζόμενοι του δημοσίου που πάσχουν από χρόνια νοσήματα πρέπει να εμπίπτουν σε μια από τις δύο ομάδες που έχουν δημιουργηθεί προκειμένου να προσδιοριστεί ο βαθμός στον οποίο κινδυνεύουν από σοβαρή λοίμωξη COVID-19. 
Άτομα που ανήκουν στην 1η ομάδα αρκεί να πάσχουν από ένα από τα περιγραφόμενα νοσήματα, ενώ όσοι συγκαταλέγονται στη δεύτερη ομάδα θα πρέπει να πάσχουν από δύο τουλάχιστον νοσήματα της λίστας. 
Σας παραθέτουμε την ανάλυση της ΚΥΑ από την ΕΛΟΔΙ.

Αλλάζει ο τρόπος χορήγησης ειδικών αδειών στο Δημόσιο – Νέοι ορισμοί για ευπαθείς ομάδες

Σημαντικές τροποποιήσεις φέρνει στο καθεστώς ταξινόμησης των εργαζομένων του ευρύτερου δημόσιου τομέα σε ευπαθείς ομάδες και τον τρόπο χορήγησης των σχετικών ειδικών αδειών απουσίας από τον χώρο εργασίας η θέση σε ισχύ του Ν. 4722/2020 (ΦΕΚ 177 Α’/15-09-2020), σε συνδυασμό με την με αρ. ΔΙΔΑΔ/Φ.64/420/16446/17.9.2020 (ΦΕΚ 4011 Β’/18-09-2020) Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Υγείας και Εσωτερικών. Η νέα ΚΥΑ με τον προσδιορισμό των ομάδων αυξημένου κινδύνου (ευπαθείς ομάδες) ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσης της στο ΦΕΚ, δηλαδή από τις 18 Σεπτεμβρίου 2020. Με βάση τα παραπάνω, εκδόθηκε στις 20-09-2020 η με αρ. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/126/16316 σχετική ερμηνευτική εγκύκλιος του Υπουργείου Εσωτερικών, που περιλαμβάνει αναλυτικές οδηγίες για την εφαρμογή των παραπάνω νομοθετημάτων.

Ο διαβήτης δεν αρκεί από μόνος του για την ένταξη του εργαζομένου στις ομάδες αυξημένου κινδύνου

Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη ΚΥΑ, ως ομάδες αυξημένου κινδύνου για σοβαρή λοίμωξη COVID-19 ορίζονται από 18-09-2020 οι παρακάτω:

ΟΜΑΔΑ 1η

  • Άτομα με μεταμόσχευση συμπαγούς οργάνου που λαμβάνουν δύο ή περισσότερα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
  • Άτομα με μεταμόσχευση μυελού των οστών το τελευταίο έτος ή που λαμβάνουν δύο ή περισσότερα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα.
  • Άτομα με διάγνωση νεοπλασίας, που βρίσκονται υπό χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία, ή ανοσοθεραπεία.
  • Άτομα με αιματολογικές κακοήθειες (λευχαιμία, λέμφωμα ή μυέλωμα) που βρίσκονται υπό χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία.
  • Άτομα με βαριά πνευμονοπάθεια (κυστική ίνωση, σοβαρού βαθμού άσθμα, σοβαρού βαθμού χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια – ΧΑΠ, ασθενείς σε μόνιμη οξυγονοθεραπεία για άλλες αναπνευστικές παθήσεις), που εμπίπτουν στην ακόλουθη ή και ισάξιας συμπτωματολογία: ασθενείς με άσθμα με 2 παροξύνσεις κατά το τελευταίο έτος, παρά τη μέγιστη αγωγή (με β-διεγέρτη και εισπνεόμενο κορτικοειδές), ασθενείς με ΧΑΠ που βρίσκονται σε οξυγονοθεραπεία κατ’ οίκον ή παρουσίασαν 2 παροξύνσεις κατά το τελευταίο έτος ή/και μία νοσηλεία σε νοσοκομείο.
  • Άτομα με κληρονομικές ανοσοανεπάρκειες ή δρεπανοκυτταρική αναιμία ή πολυμεταγγιζόμενα (μια ή περισσότερες μεταγγίσεις ανά μήνα).
  • Άτομα που λαμβάνουν υψηλές δόσεις κορτικοειδών ή δύο ή περισσότερα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα
  • Γυναίκες που κυοφορούν.
  • Άτομα με HIV λοίμωξη και CD4≤200/μL.
  • Άτομα με βαριά καρδιοπάθεια, ή και άτομα με χρόνια καρδιαγγειακά νοσήματα, που εμφανίζουν την ακόλουθη συμπτωματολογία: κλάσμα εξώθησης αριστεράς κοιλίας: <40%, ενεργό ισχαιμία του μυοκαρδίου, άνω του μετρίου βαθμού στένωση ή ανεπάρκεια μιτροειδούς ή αορτικής βαλβίδας, πνευμονική υπέρταση, ιστορικό πρόσφατης καρδιοχειρουργικής επέμβασης (προ τριμήνου), καθώς και οι μυοκαρδιοπάθειες, ή και ισάξιας βαρύτητας συμπτωματολογία άλλης καρδιαγγειακής πάθησης.
  • Άτομα με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου, που υποβάλλονται σε εξωνεφρική κάθαρση.

ΟΜΑΔΑ 2η

Επίσης, ως υπάλληλοι υπαγόμενοι σε ομάδες αυξημένου κινδύνου καθορίζονται και υπάλληλοι που υπάγονται σε δύο τουλάχιστον από τις κατωτέρω αναφερόμενες περιπτώσεις:

  • Άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών.
  • Άτομα με αρρύθμιστο σακχαρώδη διαβήτη, όπως προκύπτει από τις ακόλουθες ενδεικτικές τιμές: HbA1c του τελευταίου 3μήνου: ≥8.0% ή Μ.Ο. τιμών γλυκόζης αίματος ≥200 mg/dL τις τελευταίες 7 ημέρες και ασθενείς με μικρο/μακρο αγγειακές επιπλοκές, ή και ισάξιας βαρύτητας συμπτωματολογία.
  • Άτομα με χρόνια πνευμονοπάθεια (άσθμα, ΧΑΠ, εμφύσημα) που δεν εμπίπτουν στον ορισμό της βαριάς πνευμονοπάθειας.
  • Άτομα που παρουσιάζουν βαριές νευρολογικές/νευρομυϊκές παθήσεις (σοβαρή νόσος Πάρκινσον, νόσος κινητικού νευρώνα, πολλαπλή σκλήρυνση υπό αγωγή, εγκεφαλική παράλυση).
  • Άτομα με σοβαρή ηπατική ανεπάρκεια (μη αντιροπούμενη κίρρωση).
  • Άτομα με υψηλό δείκτη μάζας σώματος (ΒΜΙ>40).
  • Άτομα με ανθεκτική αρτηριακή υπέρταση παρά τη μέγιστη αγωγή.
  • Άτομα που λαμβάνουν χρονίως χαμηλές δόσεις κορτικοειδών ή ανοσοκατασταλτικό φάρμακο.
  • Άτομα με μεταμόσχευση, ή διάγνωση νεοπλασματικής νόσου την τελευταία πενταετία, που
    δεν εμπίπτουν στους όρους των πρώτων τεσσάρων (4) περιπτώσεων της 1ης ομάδας (βλ. παραπάνω).

Πλέον για να ενταχθεί ένας εργαζόμενος του δημοσίου τομέα σε ομάδα αυξημένου κινδύνου, πρέπει να διαπιστωθεί αν εμπίπτει σε μία από τις δύο παραπάνω ομάδες με την εξής πρόσθετη επισήμανση: οι εργαζόμενοι που έχουν μία ή περισσότερες από τις παθήσεις της 1ης ομάδας, λαμβάνουν χωρίς άλλο την ειδική άδεια απουσίας από τον χώρο εργασίας, δηλαδή ιατρικά αρκεί π.χ. μία γυναίκα εργαζόμενη να κυοφορεί. Ωστόσο, υπάλληλοι με ένα νόσημα της 2ης ομάδας (χωρίς να νοσούν παράλληλα από παθήσεις της 1ης ομάδας), δεν μπορούν να λάβουν πλέον την ειδική άδεια απουσίας, αν δεν εμπίπτουν ταυτόχρονα σε τουλάχιστον δύο (2) περιπτώσεις της 2ης ομάδας παθήσεων. Ας δούμε τα παρακάτω παραδείγματα:
Α. Υπάλληλος με κυστική ίνωση > πάθηση 1ης ομάδας > λαμβάνει την ειδική άδεια απουσίας
Β. Υπάλληλος με σακχαρώδη διαβήτη (με HbA1c τελευταίου 3μήνου ≥8.0%) που κυοφορεί > πάθηση 2ης ομάδας + περίπτωση 1ης ομάδας > λαμβάνει την ειδική άδεια απουσίας (λόγω της κυοφορίας)
Γ. Υπάλληλος με σακχαρώδη διαβήτη (με HbA1c τελευταίου 3μήνου ≥8.0%) > πάθηση 2ης ομάδας (μοναδική) > ΔΕΝ λαμβάνει την ειδική άδεια απουσίας (πρέπει να συντρέχει άλλη μία τουλάχιστον πάθηση της 2ης ομάδας ή της 1ης ομάδας)
Δ. Υπάλληλος με σακχαρώδη διαβήτη (με HbA1c τελευταίου 3μήνου ≥8.0%) και υψηλό δείκτη μάζας σώματος (ΒΜΙ>40) > δυο (2) παθήσεις της 2ης ομάδας > λαμβάνει την ειδική άδεια απουσίας
Υπάλληλοι του δημοσίου, οι οποίοι δεν υπάγονται πλέον στις ομάδες αυξημένου κινδύνου, δεν δικαιούνται να απουσιάζουν εφεξής με την ειδική άδεια απουσίας. Οποιοδήποτε χρονικό διάστημα έχει μεσολαβήσει από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης επανακαθορισμού των ομάδων αυξημένου κινδύνου (18-09-2020) μέχρι και την επιστροφή στην υπηρεσία των υπαλλήλων που δεν υπάγονται πλέον σε αυτές, η οποία σε κάθε περίπτωση θα είναι αμέσως μετά την έκδοση της παρούσας εγκυκλίου (21-09-2020), αποτελεί για λόγους χρηστής διοίκησης δικαιολογημένη ειδική άδεια απουσίας με τους όρους που αυτή είχε χορηγηθεί.

Η ειδική άδεια απουσίας χορηγείται μόνο κατόπιν παραπεμπτηρίου εγγράφου της οικείας Διεύθυνσης Διοικητικού / Προσωπικού

Οι υπάλληλοι που εμπίπτουν στις ανωτέρω ομάδες αυξημένου κινδύνου μπορούν με αίτησή τους να απουσιάζουν δικαιολογημένα με ειδική άδεια απουσίας, εφόσον δεν απουσιάζουν ήδη από την υπηρεσία για τον λόγο αυτό δυνάμει των διατάξεων περί χορήγησης αναρρωτικών αδειών. Για την χορήγηση της ειδικής άδειας απουσίας απαιτείται αιτιολογημένη γνωμάτευση από τον θεράποντα ιατρό σχετικής ειδικότητας ή από ιατρό σχετικής ειδικότητας υγειονομικής δομής (δημόσιας ή ιδιωτικής), η οποία εκδίδεται κατόπιν σχετικού παραπεμπτηρίου εγγράφου της οικείας Διεύθυνσης Διοικητικού/ Προσωπικού.
Στο άρθρο 67 παρ. 1 του νέου Ν. 4722/2020 ορίζεται ότι «Για τη χορήγηση της ειδικής άδειας απουσίας θα πρέπει να προηγείται σχετικό παραπεμπτικό έγγραφο της Υπηρεσίας, το οποίο θα συνυπογράφεται από τον Ελεγκτή Ιατρό ή Ιατρό Εργασίας ή άλλο ιατρό της υπηρεσίας, εφόσον υπάρχει, στο οποίο θα βεβαιώνονται τα καθήκοντα που ασκεί ο υπάλληλος βάσει του κλάδου ή της ειδικότητάς του ή δύναται να ασκήσει λόγω της εμπειρίας του, καθώς και οι συνθήκες εργασίας που έχουν διασφαλιστεί για την προστασία της υγείας του, όπως ιδίως έκταση του χώρου εργασίας, αριθμός υπαλλήλων που συστεγάζονται στον ίδιο χώρο εργασίας. Για την έκδοση της σχετικής ιατρικής γνωμάτευσης θα πρέπει υποχρεωτικά να λαμβάνεται υπόψη το ως άνω παραπεμπτικό και να μνημονεύεται σε αυτήν».
Επομένως, η ειδική άδεια απουσίας για ευπαθείς ομάδες θα χορηγείται εφεξής μόνο με ιατρική γνωμάτευση του θεράποντος ιατρού που εκδίδεται κατόπιν παραπεμπτικού εγγράφου της υπηρεσίας που περιλαμβάνει όλα τα ανωτέρω στοιχεία και μνημονεύεται ρητά στην ιατρική γνωμάτευση. Στο σχετικό παραπεμπτικό έγγραφο θα περιλαμβάνονται όλα εκείνα τα στοιχεία που αναφέρονται στις προαναφερόμενες διατάξεις καθώς και οτιδήποτε άλλο σχετικό πρέπει να λάβει υπόψη του ο αρμόδιος κατά ειδικότητα θεράπων ιατρός προκειμένου να γνωματεύσει σχετικά με την αναγκαιότητα της χορήγησης στον υπάλληλο της ειδικής άδειας απουσίας. Γνωματεύσεις που κατατίθενται από τους ενδιαφερόμενους, οι οποίες δεν έχουν λάβει υπόψη τους το σχετικό παραπεμπτικό έγγραφο της υπηρεσίας κατ΄ εφαρμογή των προαναφερόμενων διατάξεων, δεν στοιχειοθετούν υποχρέωση της Διοίκησης για τη χορήγηση ειδικής άδειας απουσίας.
Μεταβατικά και μέχρι την έκδοση των ως άνω παραπεμπτικών εγγράφων από τις υπηρεσίες και την προσκόμιση των νέων ιατρικών γνωματεύσεων κατά τα ανωτέρω, στις οποίες θα βεβαιώνεται εκ νέου η αναγκαιότητα χορήγησης της ειδικής άδειας απουσίας, οι υπάλληλοι που εξακολουθούν να εμπίπτουν στις νέες καθορισθείσες ομάδες αυξημένου κινδύνου, θα εξακολουθούν να απουσιάζουν με ειδική άδεια απουσίας υπό τις προϋποθέσεις που αυτή είχε χορηγηθεί σύμφωνα με τις οδηγίες της με αρ. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/125/16452/31.8.2020 εγκυκλίου του ΥΠΕΣ.

Οι υπάλληλοι σε ειδική άδεια απουσίας παρέχουν υποχρεωτικά τηλεργασία

Οι υπάλληλοι που απουσιάζουν με ειδική άδεια απουσίας παρέχουν υποχρεωτικά εργασία εξ αποστάσεως, εφόσον είναι δυνατή η άσκηση των καθηκόντων τους εξ αποστάσεως ή η φύση των καθηκόντων τους δεν απαιτεί την αυτοπρόσωπη παρουσία τους στην υπηρεσία κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 67 του ν. 4722/2020.
Για την περίπτωση που δεν είναι δυνατή η άσκηση των καθηκόντων εξ αποστάσεως εφαρμόζεται η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 4722/2020: «Στους υπαλλήλους που κάνουν χρήση της ειδικής άδειας απουσίας της προηγούμενης παραγράφου και οι οποίοι λόγω της φύσης των καθηκόντων τους δεν δύνανται να εργάζονται εξ αποστάσεως, κάθε τέταρτη ημέρα απουσίας στο σύνολο της εν λόγω άδειας χρεώνεται με κανονική άδεια ή με οποιαδήποτε άλλη άδεια δικαιούται ο υπάλληλος, εκτός της αναρρωτικής, ανεξαρτήτως των προϋποθέσεων χορήγησης των αδειών αυτών».
Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, στους υπαλλήλους, οι οποίοι ανήκουν σε ομάδες αυξημένου κινδύνου και στους οποίους χορηγείται η ειδική άδεια απουσίας υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις, αλλά δεν δύνανται λόγω της φύσης των καθηκόντων τους να εργάζονται εξ αποστάσεως, για κάθε τέσσερις ημέρες ειδικής άδειας απουσίας από τις 15-09-2020, η τέταρτη ημέρα χρεώνεται με κανονική άδεια, ή εφόσον δεν υπάρχει διαθέσιμο υπόλοιπο με οποιαδήποτε άλλη άδεια, εκτός της αναρρωτικής, δικαιούται ενδεχομένως ο υπάλληλος, ανεξαρτήτως των τυχόν ειδικών προϋποθέσεων που προβλέπονται για τη χορήγηση των αδειών αυτών. Σε αυτές τις περιπτώσεις ειδική άδεια απουσίας δεν χορηγείται για χρονικό διάστημα μικρότερο των τεσσάρων (4) ημερών, σε περίπτωση δε που διακοπεί πριν την ολοκλήρωση διαστήματος τεσσάρων (4) ημερών χωρίς υπαιτιότητα του υπαλλήλου, αποτελεί στο σύνολό της ειδική άδεια απουσίας.

Υπάλληλοι που διαμένουν με άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου

Σε περίπτωση που υπάλληλοι του Δημοσίου διαμένουν με άτομα που ανήκουν στις ομάδες αυξημένου κινδύνου για σοβαρή λοίμωξη COVID-19, λαμβάνουν όλα εκείνα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να διαφυλάξουν την υγεία των οικείων τους, όπως και ο γενικός πληθυσμός, χωρίς ωστόσο να δικαιούνται ειδικής άδειας απουσίας, ελλείψει προς το παρόν σχετικής προς τούτο ανάγκης και πρόβλεψης. Ωστόσο και στο πλαίσιο της αποτελεσματικής διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού που υπηρετεί σε κάθε φορέα, θα ήταν δυνατό να εκτιμηθεί η ιδιαίτερη αυτή περίσταση από το αρμόδιο όργανο διοίκησης και να εξετασθεί η δυνατότητα απασχόλησης των υπαλλήλων αυτών σε καθήκοντα, για τα οποία δεν απαιτείται καθημερινή επαφή με κοινό (back office).
Πηγή: ΕΛΟΔΙ

Total
53
Shares
Σχετικά άρθρα