Όπως γνωρίζουμε, η βιταμίνη D παράγεται από τον οργανισμό όταν εκτίθεται στο φως του ήλιου, αλλά μπορούμε να την προσλάβουμε και από τροφές όπως τα αυγά, τα λιπαρά ψάρια, τα δημητριακά. Η έλλειψή της συσχετίζεται είτε με τη χαμηλή έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία (συχνότερη σε χώρες όπως π.χ. οι σκανδιναβικές), είτε με την φτωχή διατροφή στις διατροφικές της πηγές.Οι επιπτώσεις της ανεπάρκειας βιταμίνης D αυξάνονται σε όλο τον κόσμο, αλλά στη συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών, η κατάσταση παραμένει αδιάγνωστη και χωρίς θεραπεία.
Η βιταμίνη D, είναι μια βιταμίνη που τις τελευταίες δεκαετίες έχει συνδεθεί με πολλές θετικές επιπτώσεις στην υγεία και με καταστάσεις όπως άσθμα, καρδιακή υγεία, μορφές καρκίνου, αλλά και διαβήτης.
Σύμφωνα με πολλές έρευνες ο σακχαρώδης διαβήτης έχει βρεθεί ότι επηρεάζει αρνητικά το σκελετό και σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για οστεοπόρωση και κατάγματα και η πρόσληψη της βιταμίνης αυτής είναι πολύ σημαντική για τα άτομα με διαβήτη.
Ακόμα όμως η σχέση μεταξύ σακχαρώδη διαβήτη και οστεοπόρωσης παραμένει αμφιλεγόμενη. Αν και οι μεταβολικές ανωμαλίες του διαβήτη ενδεχομένως να επηρεάζουν το μεταβολισμό, τη δομή και πυκνότητα των οστών, το μέγεθος της συμβολής τους στην αύξηση του κινδύνου κατάγματος κυρίως σε άτομα με τύπου 1, αλλά και τύπου 2 διαβήτη είναι ακόμη υπό συζήτηση.
Ο σακχαρώδης διαβήτης και η βιταμίνη D, όπως φαίνεται από πολλές μελέτες, έχουν μια ιδιαίτερη σχέση, είτε πρόκειται για διαβήτη τύπου 1, είτε 2. Έτσι, η ανεπάρκεια της βιταμίνης D, εδώ και αρκετά χρόνια θεωρείται ως ένας παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση δυσανεξίας στη γλυκόζη, κυρίως σε άτομα με κακή ρύθμιση του διαβήτη, ενώ η έλλειψη της φάνηκε πως μπορεί να συνδέεται με την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2, ειδικά στα παιδιά.
Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, οι μειωμένες τιμές της βιταμίνης D στον οργανισμό, συνδέονται με την εμφάνιση μεταβολικού συνδρόμου, με την παχυσαρκία και την αντίσταση στην ινσουλίνη.
Παλιότερες μελέτες έδειξαν ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ βιταμίνης D και μειωμένου κινδύνου εμφάνισης διαβήτη τύπου 1. Μεγάλη μελέτη από τη Φινλανδία, σε περισσότερες από 10.000 γυναίκες που επρόκειτο να γεννήσουν, έδειξε ότι τα βρέφη τα οποία λαμβάνουν τις συνιστώμενες δόσεις βιταμίνης D φαίνεται να έχουν μικρότερο κίνδυνο να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 1. Επίσης, πιο πρόσφατη μελέτη από το Lancet έδειξe ότι μωρά τα οποία έλαμβαναν τουλάχιστον 2.000 διεθνείς μονάδες (IU) της βιταμίνης D ημερησίως, είχαν 80% σχεδόν μικρότερη πιθανότητα να αναπτύξουν διαβήτη τύπου 1 στις επόμενες τρεις δεκαετίες, συγκριτικά με τον κίνδυνο που διατρέχουν βρέφη που λαμβάνουν μικρότερα ποσά βιταμίνης D.
Πέρα από τη διαιτητική πρόσληψη της βιταμίνης, πρόσφατη μελέτη από το American Journal of Clinical Nutrition, έδειξε πως και τα συμπληρώματα της βιταμίνης D3 μπορούν να είναι ιδιαίτερα ευεργετικά. Συγκεκριμένα η μελέτη έδειξε πως τα συμπληρώματα μειώνουν τους παράγοντες κινδύνου εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2, βελτιώνοντας την λειτουργία των κυττάρων που παράγουν ινσουλίνη. Συγκεκριμένα φάνηκε πως η βιταμίνη D μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της λειτουργικότητας των β-κυττάρων, ειδικά σε προ-διαβητικά άτομα.
Του Χάρη Δημοσθενόπουλου
ΠΗΓΗ: http://www.dimosthenopoulos.gr