Τι είναι η κέτωση και η κετογονική δίαιτα

κέτωση

Κέτωση ονομάζεται η παραγωγή κετονών (κετονικών σωμάτων) στον οργανισμό και αυτό συμβαίνει όταν κάποιος ακολουθεί μια κετογονική δίαιτα (ketogenic diet), δηλαδή καταναλώνει μεγάλη ποσότητα λίπους και μικρή ποσότητα υδατανθράκων.

Οι κετόνες είναι τρία μόρια που αυξάνονται στο αίμα όταν είναι μειωμένη η παραγωγή της ινσουλίνης. Δύο μέρες μετά από απόλυτη νηστεία (ή από  μια δίαιτα πολύ χαμηλή σε υδατάνθρακες), το γλυκογόνο του οργανισμού εξαντλείται αλλά ο εγκέφαλος – ο οποίος τρέφεται με γλυκόζη – δεν είναι δυνατόν να ξεμείνει από το αγαπημένο του καύσιμο. Τα λιπαρά οξέα δεν έχουν τη δυνατότητα να διαπεράσουν τον εγκέφαλο και να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμο, ούτε να μετατραπούν σε γλυκόζη. Οι πρωτεΐνες όμως μπορούν να μετατραπούν σε γλυκόζη κι έτσι σώμα χαλάει καθημερινά περίπου 200 γραμμάρια πρωτεϊνών για να τα μετατρέψει σε γλυκόζη.
Οι κετόνες
Η μετατροπή των πρωτεϊνών σε γλυκόζη δεν είναι κάτι καλό. Διότι οι πρωτεΐνες είναι δομικά στοιχεία του σώματος και μόνο όταν περισσεύουν πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας (θερμίδων). Παράγοντας το σώμα γλυκόζη από τις πρωτεΐνες κατά τη διάρκεια της νηστείας, είναι σαν να κανιβαλίζει τον εαυτό του. Όταν η νηστεία ή η πολύ χαμηλή κατανάλωση υδατανθράκων διαρκεί πάνω από τρεις μέρες, το σώμα βρίσκει μια λύση για να σταματήσει τον κανιβαλισμό του. Ο εγκέφαλος παύει να χρησιμοποιεί ως κύριο καύσιμο τη γλυκόζη και αρχίζει να αντλεί ενέργεια από τις κετόνες.
Η παρουσία των κετονών στο σώμα θεωρούνταν κάποτε ότι δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα, ίσως γιατί είχαν ανακαλυφθεί σε πολύ κακή στιγμή. Για πρώτη φορά είχαν παρατηρηθεί εν αφθονία στα ούρα των διαβητικών τύπου 1 που κατέληγαν σε κώμα στα νοσοκομεία. Σύντομα κατανοήθηκε ότι η αιτία αυτής της θανάσιμης κατάστασης που ονομάζεται διαβητική κετοξέωση, ήταν οι κετόνες που ανέβαιναν ψηλά στο αίμα. Οι κετόνες παράγονται από το συκώτι το οποίο δεν τις χρησιμοποιεί το ίδιο, αλλά τις ρίχνει στην κυκλοφορία του αίματος. Η συγκέντρωση των κετονών στο αίμα μπορεί να φτάσει στους διαβητικούς τα 90 mg/dl ενώ τα φυσιολογικά επίπεδα είναι γύρω στα 3 mg/dl.
Το 1958, έγινε αντιληπτό ότι οι κετόνες υπάρχουν στο σώμα απλώς όταν η ποσότητα της ινσουλίνης είναι χαμηλή (δηλαδή υπάρχουν λίγοι υδατάνθρακες στη διατροφή) διότι έτσι ενεργοποιείται ένας ένζυμο που τις παράγει. Όταν κάποιος είναι για ώρες νηστικός και άρα έχει λίγη ινσουλίνη, οι κετόνες ανιχνεύονται στο αίμα του ενώ στην απόλυτη νηστεία εμφανίζονται μετά από 3-5 μέρες στα ούρα. Το 1967, βρέθηκε ότι ο εγκέφαλος μπορεί να χρησιμοποιεί τις κετόνες ως καύσιμο ενώ μέχρι τότε πιστευόταν ότι έκαιγε μόνο γλυκόζη. Αυτό βελτίωσε την εικόνα των κετονών που άρχισαν να θεωρούνται κάτι φυσιολογικό αν βρίσκονταν σε μικρή συγκέντρωση στο αίμα. Ωστόσο οι διαιτολόγοι πάντα τρόμαζαν με τις κετόνες οι οποίες έχουν την παρενέργεια να προκαλούν μια μάλλον δυσάρεστη αναπνοή ή μια αναπνοή με μεταλλική γεύση.
Κετογενής δίαιτα
Η χρησιμότητα των κετονών στις δίαιτες είχε διαπιστωθεί από παλιά. Για παράδειγμα, οι γιατροί είχαν παρατηρήσει ότι η νηστεία ωφελούσε τους επιληπτικούς μειώνοντας τις κρίσεις τους ακόμα και κατά 90% – ίσως επειδή η ινσουλίνη πέφτει σε χαμηλά επίπεδα και ο εγκέφαλος καίει κετόνες. Όμως τα επιληπτικά παιδιά δεν πρέπει να υποβληθούν σε νηστεία διότι αυτό θα επηρεάσει την ανάπτυξή τους. Οι γιατροί παρατήρησαν πως όταν κάποιος τρώει πολύ λίπος και ελάχιστους υδατάνθρακες, οι επιληπτικές κρίσεις πάλι μειώνονταν, όπως στην περίπτωση της νηστείας. Έτσι δημιουργήθηκε η λεγόμενη κετογενής δίαιτα η οποία περιορίζει τις συνολικές θερμίδες κατά 25% και αποτελείται κατά 80% από λίπος, 15% από πρωτεΐνες και μόνο 5% από υδατάνθρακες. Αυτή η δίαιτα είχε μεγάλη επιτυχία στην αντιμετώπιση των επιληπτικών κρίσεων και χρησιμοποιείται σήμερα από πολλές κλινικές.
Η κετογονική δίαιτα είναι δύσκολο να εφαρμοστεί. Δεν είναι εύκολο κάποιος να παίρνει από τη διατροφή του το 80% των θερμίδων από το λίπος και το 5% από τους υδατάνθρακες.  Στην ελεύθερη διαβίωση, η διατροφή με το μεγαλύτερο ποσοστό λίπους είναι αυτή που παραδοσιακά ακολουθούσαν οι Εσκιμώοι αλλά δεν είχαν παρατηρηθεί πολλές κετόνες στα ούρα τους. Αυτό συμβαίνει επειδή ορισμένα αμινοξέα προκαλούν έκκριση ινσουλίνης κι επιπλέον το κρέας περιέχει περίπου 14 γραμμάρια γλυκογόνο ανά κιλό.
Καμιά φορά λέγεται ότι η δίαιτα Άτκις ή παρόμοιες δίαιτες που υποστηρίζουν μια αυξημένη πρόσληψη λιπαρών και χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων είναι κετογενείς. Η δίαιτα Άτκινς δεν ήταν ακριβώς κετογενής, με την αυστηρή έννοια του όρου, διότι αποτελείται από περίπου 60% λίπος, 30% πρωτεΐνες και 10% υδατάνθρακες χωρίς να περιορίζει την πρόσληψη των θερμίδων. Ωστόσο πράγματι προκαλεί μια ήπια αύξηση κετονών κάτι που θεωρείται ως απόδειξη ότι το σώμα καίει σωματικό λίπος.
Στοιχεία για την κέτωση και ενδεχόμενες παρενέργειες
Η κέτωση είναι μια μεταβολική κατάσταση όπου οι κετόνες παρέχουν αυξημένη ενέργεια στο σώμα και τον εγκέφαλο.
Για να μεταβεί το σώμα σε ήπια κέτωση, πρέπει κανείς να τρώει λιγότερα από 50 γραμμάρια υδατάνθρακες την ημέρα και μερικές φορές 20 γραμμάρια την ημέρα. Αυτό απαιτεί την αφαίρεση ορισμένων τροφίμων από τη διατροφή, όπως τα δημητριακά, τα γλυκά, τη ζάχαρη, τα ζαχαρούχα αναψυκτικά, το ρύζι, τις πατάτες, τα φρούτα και τα αμυλώδη λαχανικά.
Σε αντίθεση με τα λιπαρά οξέα, κετόνες μπορούν να διασχίσουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και να παρέχουν ενέργεια στον εγκέφαλο όταν απουσιάζει η γλυκόζη. Μετά από μόνο τρεις ημέρες νηστεία, ο εγκέφαλος παίρνει το 25% της ενέργειάς της από κετόνες. Κατά τη μακροχρόνια πείνα, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε περίπου 60%.
Είναι όμως αλήθεια ότι μερικά κύτταρα στον εγκέφαλο μπορούν να χρησιμοποιήσουν μόνο γλυκόζη ως καύσιμο. Το σώμα χρησιμοποιεί τις πρωτεΐνες για να παράγει την γλυκόζη που ο εγκέφαλος εξακολουθεί να απαιτεί κατά την κέτωση, μια διαδικασία που ονομάζεται γλυκονεογένεση. Κέτωση και η γλυκονεογένεση είναι απολύτως ικανές να εκπληρώσει τις ενεργειακές ανάγκες του εγκεφάλου.
Συχνά συγχέεται η κέτωση με τη διαβητική κετοξέωση. Η κέτωση είναι μέρος του κανονικού μεταβολισμού ενώ η κετοξέωση αποτελεί μια επικίνδυνη μεταβολική κατάσταση που μπορεί να αποβεί μοιραία, αν αφεθεί χωρίς θεραπεία. Στην κετοξέωση, η κυκλοφορία του αίματος είναι πλημμυρισμένη με εξαιρετικά υψηλά επίπεδα γλυκόζης (το σάκχαρο του αίματος) και κετόνες. Όταν συμβαίνει αυτό, το αίμα γίνεται όξινο, το οποίο είναι σοβαρά επιβλαβές. Η κετοξέωση πιο συχνά συνδέεται με διαβήτη τύπου 1 αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα με διαβήτη τύπου 2. Η σοβαρή κατάχρηση αλκοόλ μπορεί να οδηγήσει σε κετοξέωση.
Ορισμένοι ερευνητές έχουν την άποψη ότι παρότι η γλυκόζη είναι το αγαπημένο καύσιμο του εγκεφάλου, η μεγάλη τροφοφότησή με γλυκόζη μπορεί να είναι επιβλαβής.  Η μείωση των υδατανθράκων στη διατροφή και η αύξηση του επιπέδου των κετονών ίσως να βελτιώνει ορισμένες παθήσεις.
Υπάρχουν μερικές παρενέργειες που ενδέχεται να αντιμετωπίσει κανείς με την κέτωση και μια κετογονική δίαιτα. Αυτές περιλαμβάνουν πονοκέφαλο, κόπωση, δυσκοιλιότητα και κακή αναπνοή. Ωστόσο, κάποια από τα συμπτώματα μπορεί να είναι προσωρινά. Επίσης, μερικά επιληπτικά παιδιά έχουν αναπτύξει πέτρες στα νεφρά λόγω μια κετογονικής διατροφής. Παρόλο που είναι εξαιρετικά σπάνιο, υπήρξαν μερικές περιπτώσεις γυναικών που κατά τη διάρκεια του θηλασμού ανέπτυξαν κετοξέωση λόγω κατανάλωσης πολύ λίγων υδατανθράκων.
Παρ’ όλα αυτά, η κέτωση είναι γενικά ασφαλής στους υγιείς ανθρώπους και είναι η συνήθης κατάσταση στην οποία ζούσαν οι άνθρωποι στο μακρινό παρελθόν όταν η πρόσληψη θερμίδων ήταν πολύ χαμηλότερη από τη σημερινή. Φαίνεται όμως ότι δεν ταιριάζει σε όλους. Μερικοί άνθρωποι μπορεί να αισθάνονται γεμάτοι ενέργεια με την κέτωση ενώ άλλοι να αισθάνονται κόπωση.
Πηγή: http://www.healthyliving.gr

Total
0
Shares
Σχετικά άρθρα
Περισσότερα

Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου: γνωρίστε τη δίαιτα FODMAP και δείτε πώς θα απαλλαχθείτε από τα συμπτώματα

Αν συχνά αντιμετωπίζετε πίεση και φούσκωμα μετά την κατανάλωση συγκεκριμένων τροφών και η δυσφορία αυτή επηρεάζει την καθημερινότητά…
nuts2
Περισσότερα

Η δράση των ξηρών καρπών στη ρύθμιση του διαβήτη

Οι ξηροί καρποί έχουν πλούσιες θρεπτικές ιδιότητες, είναι πλούσιοι σε μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα και ωμέγα 3, αποτελούν καλές πηγές φυτικών πρωτεϊνών και είναι πλούσιοι σε φυτικές ίνες, βιταμίνες και πολλά μέταλλα, ενώ έχουν χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη