Αμερικανοί επιστήμονες ανακάλυψαν… κατά λάθος ένα πολλά υποσχόμενο φάρμακο που ίσως στο μέλλον θα μας επιτρέπει να τρώμε όσο θέλουμε χωρίς να παχαίνουμε.
Η ομάδα από το Πανεπιστήμιο Γέιλ επενέβη στον γενετικό κώδικα ποντικιών «πειράζοντας» δύο γονίδια με στόχο να κάνει τα πειραματόζωα παχύσαρκα, κατάφερε όμως το ακριβώς αντίθετο, αφού τα ποντίκια δεν έπαιρναν βάρος παρά το γεγονός ότι κατανάλωναν τεράστιες ποσότητες λιπαρών.
Όταν παρατήρησαν αυτή την αναπάντεχη εξέλιξη, οι επιστήμονες, με επικεφαλής την καθηγήτρια Καρδιολογίας Αν Άιχμαν, αποφάσισαν να αναζητήσουν τις βαθύτερες αιτίες πίσω από το φαινόμενο.
Τα ευρήματά τους, τα οποία δημοσιεύονται αναλυτικά στο περιοδικό Science, ελπίζεται ότι θα ανοίξουν τον δρόμο σε θεραπείες που θα βάλουν τέλος στη σύγχρονη «επιδημία» παχυσαρκίας.
Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι οι παρεμβάσεις στα δύο γονίδια «έφραξαν» εξειδικευμένα αγγεία του λεμφικού συστήματος, του δικτύου αγγείων που αποτελεί μέρος του ανοσοποιητικού, με τη μεταβολή αυτή να έχει ως αποτέλεσμα το σώμα των πειραματόζωων να μην αποθηκεύει πια λίπος.
Αντί να μετατρέπει τα λιπαρά της διατροφής σε συσσωρευμένο λίπος, ο οργανισμός των γενετικά τροποποιημένων ποντικιών απέβαλλε τα λιπαρά κι έτσι τα πειραματόζωα ανέπτυξαν ένα είδος ανοσίας απέναντι στην αύξηση του βάρους τους.
Το κατά πόσο θα επιτευχθεί κάτι αντίστοιχο και στους ανθρώπους μέσα από την επέμβαση σε συγκεκριμένα γονίδια παραμένει άγνωστο και θα πρέπει να διερευνηθεί μέσα από μελλοντικές μελέτες.
Αυτό που προσπάθησαν να κάνουν στην παρούσα φάση οι επιστήμονες ήταν να αναζητήσουν πώς μπορούν να απενεργοποιήσουν δύο υποδοχείς –τους NRP1 και VEGFR– ώστε να μιμηθούν τις επιδράσεις που επιτεύχθηκαν στα πειραματόζωα. Όπως αποδείχτηκε, υπάρχει ήδη διαθέσιμο φάρμακο που απενεργοποιεί αυτούς τους δύο υποδοχείς και χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος. «Είδαμε ότι το φάρμακο κλείνει τους πόρους των λεμφικών αγγείων στο έντερο, εμποδίζοντας την απορρόφηση των λιπαρών» δήλωσε η Άιχμαν στο περιοδικό Wired, «επομένως θα μπορούσε να δοκιμαστεί στους ανθρώπους για να επιτευχθεί μείωση των επιπέδων των λιπαρών στον οργανισμό».
Αν και τα νέα ευρήματα μοιάζουν πολλά υποσχόμενα, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι θα περάσουν αρκετά χρόνια έως ότου το «θαυματουργό» φάρμακο να χρησιμοποιηθεί ευρέως ως μέσο πρόληψης της παχυσαρκίας στους ανθρώπους.
Όταν παρατήρησαν αυτή την αναπάντεχη εξέλιξη, οι επιστήμονες, με επικεφαλής την καθηγήτρια Καρδιολογίας Αν Άιχμαν, αποφάσισαν να αναζητήσουν τις βαθύτερες αιτίες πίσω από το φαινόμενο.
Τα ευρήματά τους, τα οποία δημοσιεύονται αναλυτικά στο περιοδικό Science, ελπίζεται ότι θα ανοίξουν τον δρόμο σε θεραπείες που θα βάλουν τέλος στη σύγχρονη «επιδημία» παχυσαρκίας.
Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι οι παρεμβάσεις στα δύο γονίδια «έφραξαν» εξειδικευμένα αγγεία του λεμφικού συστήματος, του δικτύου αγγείων που αποτελεί μέρος του ανοσοποιητικού, με τη μεταβολή αυτή να έχει ως αποτέλεσμα το σώμα των πειραματόζωων να μην αποθηκεύει πια λίπος.
Αντί να μετατρέπει τα λιπαρά της διατροφής σε συσσωρευμένο λίπος, ο οργανισμός των γενετικά τροποποιημένων ποντικιών απέβαλλε τα λιπαρά κι έτσι τα πειραματόζωα ανέπτυξαν ένα είδος ανοσίας απέναντι στην αύξηση του βάρους τους.
Το κατά πόσο θα επιτευχθεί κάτι αντίστοιχο και στους ανθρώπους μέσα από την επέμβαση σε συγκεκριμένα γονίδια παραμένει άγνωστο και θα πρέπει να διερευνηθεί μέσα από μελλοντικές μελέτες.
Αυτό που προσπάθησαν να κάνουν στην παρούσα φάση οι επιστήμονες ήταν να αναζητήσουν πώς μπορούν να απενεργοποιήσουν δύο υποδοχείς –τους NRP1 και VEGFR– ώστε να μιμηθούν τις επιδράσεις που επιτεύχθηκαν στα πειραματόζωα. Όπως αποδείχτηκε, υπάρχει ήδη διαθέσιμο φάρμακο που απενεργοποιεί αυτούς τους δύο υποδοχείς και χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος. «Είδαμε ότι το φάρμακο κλείνει τους πόρους των λεμφικών αγγείων στο έντερο, εμποδίζοντας την απορρόφηση των λιπαρών» δήλωσε η Άιχμαν στο περιοδικό Wired, «επομένως θα μπορούσε να δοκιμαστεί στους ανθρώπους για να επιτευχθεί μείωση των επιπέδων των λιπαρών στον οργανισμό».
Αν και τα νέα ευρήματα μοιάζουν πολλά υποσχόμενα, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι θα περάσουν αρκετά χρόνια έως ότου το «θαυματουργό» φάρμακο να χρησιμοποιηθεί ευρέως ως μέσο πρόληψης της παχυσαρκίας στους ανθρώπους.